Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιβλιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιβλιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

«Οι μεταφορείς του βασιλιά»-Joshua Cohen (Gutenberg)

 

«Οι μεταφορείς του βασιλιά»-Joshua Cohen (Gutenberg)

 

«Οι μεταφορείς του βασιλιά» είναι ένα βιβλίο για τον ΠανΙουδαισμό, για την αίσθηση και την ανάγκη του Εβραίου, να είναι πάντα γιός και κόρη του Ισραήλ κοντά και μακριά από την μητέρα πατρίδα. Ο Ντέιβιντ Κινγκ, γιός Εβραίων μεταναστών στη Ν.Υόρκη, που προσπαθεί να ορίσει την ζωή του μετά από εάν διαζύγιο. Πατέρας μιας κόρης που δεν θέλει να έχει παραπάνω από τις τυπικές σχέσεις μαζί του, αποτυχημένος εραστής και ιδιοκτήτης μιας εταιρείας μετακομίσεων, ζει με το όνειρο του Ισραήλ, τόπο του ευλογημένου τον οποίο επισκέπτεται για να ανακαλύψει τον φορολογικό παράδεισο. Εκεί έρχεται σε επαφή με την ξαδέρφη του και τον ανιψιό του.

 

Η μοίρα θα τους φέρει ξανά κοντά, όταν ο ανιψιός του θα τελειώσει τη θητεία του στα κατεχόμενα και όπως σχεδόν όλοι οι συνομήλικοι συστρατιώτες του θα προσπαθήσει να ξαναρχίσει τη ζωή του, μακριά από το ομαδικό, κοινοβιακό πνεύμα του Ισραηλινού στρατού. Ο θείος του θα τον ενσωματώσει στην εταιρία μεταφορών και αυτός θα προσπαθήσει να γνωρίσει τη Ν.Υόρκη. Τον κόσμο που δεν γνωρίζει από θητείες, όπλα, φόβο και άγχος μέσα στην έρημο, αλλά μιλά για τέχνη, ελευθερία και δικαιώματα στα μπαλόνια των λοφτ, για ελεύθερη Παλαιστίνη και δολοφόνους Ισραηλινούς στρατιώτες, μέχρι να γνωρίσει από κοντά τον Γιοάβ. Σύντροφος του στη θητεία, ο Ούρι, ένας νεαρός που ονειρεύτηκε μια γυναίκα, τη ερωτεύτηκε και εκείνη τον παράτησε, αφήνοντας τον μόνο με τις αναμνήσεις της θητείας, της συναδελφικότητας, με τα χοντρά αστεία, για στρατιωτικές τουαλέτες και άλλα γραφικά΄ και την εμμονή του με τη γυμναστική.

Ο δρόμος του στο Ισραήλ, θα γίνει στενωπός και θα φορτωθεί από τους παλιούς συστρατιώτες του στο αεροπλάνο για να συναντήσει ξανά, τον φίλο του Γιοάβ, που του χρώστα τη ζωή του, γιατί σε μια αποστολή, τον τράβηξέ πριν γίνει η έκρηξη που στέρησε σε άλλους ζωή ή σωματική ακεραιότητα.

 

Ο Ντέιβιντ Κίνγκ, έχοντας το εμπορικό δαιμόνιο της φυλής, δεν είναι ,μόνο ένας απλός μεταφορέας, αλλά φυλάει τις οικοσκευές από σπίτια , υπό κατάσχεση, σε σειρά αποθηκών ιδιοκτησίας του. Μόλις λήξει το διάστημα που θα μπορούσαν να τα διεκδικήσουν ξανά οι νόμιμοι ιδιοκτήτες τους, τα μεταπουλά ή τα πλειστηριάζει βάσει αξίας. Με τέτοια έπιπλα ντύνει το διαμέρισμα, το παλιό πατρικό του, που θα μείνει ο Γιοαβ. Ο ανιψιός του, που θα προσαρμοστεί στον Αμερικάνικο τρόπο ζωής, μένοντας μόνιμα στον καναπέ του σαλονιού, μετακινούμενος όταν χρειάζεται να βγει για δουλειά, προσπαθώντας με εσωστρέφεια και σκέψεις, να χαρτογραφήσει τη διαδρομή του από το Ισραήλ στην Ν.Υόρκη, με τον στρατό και τη θητεία του να σημαδεύουν τη ζωή του. Σύντροφοι του στην διαδικασία της χαρτογράφησης, οι μεταφορείς, τα συνεργεία που αλλάζουν συνεχώς προσωπικό. Άνθρωποι που δουλεύουν δίχως χαρτιά ή για χρόνια  στη γκρίζα ζώνη της ημι απασχόλησης και τον μυούν στον Αμερικανικό τρόπο ζωής, των χαμηλότερων τάξεων. Φιλικοί, ανέχονται τα σπαστά αγγλικά του, ρωτανε λίγα για το παρελθόν του και περιμένουν να τελειώσει η κάθε μεταφορά για να πληρωθούν και να συνεχίσουν την ζωή τους, παράλληλη η κύρια εκτός των μεταφορών.

Ιστορίες που εμπλέκονται, χωρίς δράματα και μεγαλοποιήσεις, καθημερινές, που σε αντίβαρο ο Γιοάβ έχει τη θητεία του και ο Ουρι την γυμναστική, και μια θητεία που του έδωσε νήμα στην εφηβική ζωή που μετατράπηκε σε ανιχνευτή του στρατού.

 

Στον αντίποδα ένας μαύρος που πολέμησε στο Βιετνάμ, με χαμηλόμισθες δουλειές με την επιστροφή του, που μένει σε ένα σπίτι υπο κατάσχεση. Ένας στρατιώτης με μετατραυματικο στρες, που η Αμερικανική κοινωνία δεν απορρόφησε ποτέ και ο ίδιος εξαϋλώθηκε με τους προσωπικούς δαίμονες του να τον κυνηγάνε. Το σπίτι του αθ γίνει ο τόπος συνάντησης των Ισραηλινών βετεράνων, των μελών του συνεργείου μεταφοράς και του ιδίου. Ο Κινγκ ψάχνει για ευκαιρίες και το σπίτι του αφροαμερικάνου βετεράνου είναι και τέτοια. Το συνεργείο , μπαίνει μέσα, εγκαθίσταται και προσπαθεί να βγάλει ότι αξίζει για φύλαξη. Η ένταση της δουλειάς η χιονοστιβάδα που σταματά τγη Ν.Υόρκη όλα συνηγορούν σε μια ακόμη δύσκολη αλλά κερδοφόρα μεταφορά. Όμως ο βετεράνος του Βιετνάμ, δεν συγχωρεί και πυρπολεί το σπίτι. Οι μεταφορείς που έχουν αρχίσει έναν διάλογο που οδηγεί σε σύγκρουση των δύο Εβραίων, που μετά το στρατό έχουν γίνει σύντροφοι δια της βίας, και θέλουν Ο Γιοαβ να αφήσει πίσω του τη θητεία του και ο Ουρι να βρει ένα σκοπό, που μόνο η θητεία του είχε δώσει, συγκρούονται, λεκτικά και σωματικά, με το σήμερα με τα φαντάσματα του κοινού παρελθόντος να διαφεντεύουν την σύγκρουση.

 

Η πύρινη λαίλαπα θα γίνει αιτία, ο καυγάς να μετέρθει εκτός σπιτιού και η αμερικάνικη αστυνομία που έρχεται λόγω της πυρκαγιάς, θα ασκήσει την εξουσία της, στον Ουρι, έναν Ισραηλινό, στη Ν.Υόρκη που δεν καταλαβαίνει Αγγλικά και κινείται καταπάνω τους κρατώντας ένα …

 

Το τέλος θα είναι για τους τρεις βετεράνους πικρό, στους δρόμους με τους αστέγους για τον Αμερικανό, στο νεκροτομείο και τη φυλακή για τους Ισραηλινούς κοινός τόπος ,ο πόλεμος , η θητεία και τα δεσμά της στην πολιτική ζωή και των τριών. Ο Κινγκ θα παραμείνει ανύπαρκτος και λάτρης της κερδοφορίας, που περιμένει πότε θα σιγάσει η φλόγα του εμπρησμού και των επακόλουθων για να ξαναγυρίσει στην Ν.Υόρκη, γιατί το κέρδος είναι πάνω από όλους και όλα.

 

Ένα μυθιστόρημα για την φυλή του Ισραήλ και την θέση του κέρδους στη ζωή της εντός και εκτός συνόρων, τα δεσμά της οικογενείας και πως ο στρατός και η θητεία με διαφορά δεκαετιών από το 69 στο Βιετνάμ ως το 94-95 στα Κατεχόμενα της Γαζας, σφυρηλατεί σχέσεις, χαρακτήρες και καθορίζει την μετέπειτά τα πορεία όσων βρέθηκαν ν εκεί.

 

Ένα μυθιστόρημα, αγχωτικό και μοντέρνο μπερδεμένο σαν τους τρεις στρατιωτικούς ήρωες του, με τους δικούς του κώδικες, θα σου μιλήσει αν εξοικειωθείς με τις ισορροπίες μεταξύ των χαρακτήρων. Γλώσσα, σφικτή, αγχωτική ,όπως η συνεννόηση των ξένων Ισραηλινών στις Η.Π.Α αλλά και όπως αυτή του Κινγκ, που αν και ο ίδιος γιος μεταναστών πασχίζει να γίνει αποδεκτός από μια κοινωνία, που η κοινωνική ανέλιξη δεν συνδυάζεται μόνο με το χρήμα και τον αφήνει πάντα παραπονεμένο και σε διάσταση με την ανάγκη του να εκπληρώσει το Εβραϊκό μέρος της ύπαρξης και του πεπρωμένου του.

 

Με πένα δυνατή, ο Joshua Cohen δημιουργεί ένα μυθιστόρημά ,χαρακτήρων που αναφλέγεται στις τελευταίες σελίδες, με καύσιμο, όσα κουβαλάνε οι κεντρικοί του ήρωες, απομεινάρια της θητείας τους της οικογενειακής καταπίεσής και της αδυναμίας να ανήκουν στον κόσμο έξω από το στρατό. Από τον ΠανΙσραηλιτισμο του Κινγκ στην αφάνεια και αδιαφορία των Ουρι και Γιοαβ, μια Εβραϊκή κοινότητα, που παλεύει για αναγνώριση, για να ζήσει αλλά και για να αλλάξει, σε μια Αμερική που τα τραύματά των πολέμων ξεπροβάλλουν στο πρόσωπο των χαμηλών τάξεων που πολέμησαν, ξεχάστηκαν και εξοβελίστηκαν. Μοντέρνο, δυναμικό και διδακτικό, θέλει τον χρόνο και τον τρόπο του για να εντρυφήσει κανείς στους χαρακτήρες και σίγουρα έχει ελάχιστη σχέση με όσα αναγράφoνται στο οπισθόφυλλο.

 

 

Καλοκαίρι 2025, προτάσεις για βιβλία και μουσική

 Καλοκαίρι 2025, προτάσεις για βιβλία και μουσική



Όπως κάθε καλοκαίρι, η παραλία ή το βουνό μας περιμένει με χαλαρή ενδυμασία, ένα βιβλίο στο ένα χέρι, ένα ποτήρι με κάτι δροσερό στο άλλο, μουσική στα ακουστικά για να μην ενοχλούμε και το FN-FAL,AR-15 ή ο,τι άλλο προτιμάτε σε απόσταση ασφαλείας, γιατί έρχονται δύσκολοι καιροί. Το music and book tales επιλέγει βιβλία που διάβασε (ακολουθούν τμήματα παρουσίασης), αγόρασε και δεν έχει διαβάσει ακόμα ή θα αγοράσει. Οι επιλογές βασίζονται σε προσωπικά κριτήρια και ελπίζουμε να σας κάνουν παρέα σε αν ακόμα καυτό καλοκαίρι. Ραντεβού με το άνοιγμα των σχολείων (όλων των ειδών).



«Το ράμα» - Γιάννης Σιδεράκης (Οξύ)



Το ραμα ενώνει δυο κομμάτια γης , χωρίζει δυο θάλασσες, είναι τόπος προσκυνήματος και δεσίματος, εκεί που τρέχει η μοτοσυκλέτα, ανεμίζει το μαλλί, ο δρόμος είναι μια ευθεία με τη θάλασσα συμπαραστάτη και το ροκ ν ρολ από ιδέα και ήχο να γίνεται γήινη μυρωδιά και να αποκτά υπόσταση. 

Στο χώρο αυτό τοποθετεί ο Σιδεράκης το νέο του πονημα. Μια ιστορία, τριών γενιών, εν μέσω υποσχέσεων , απογοητεύσεων με κοινούς τόπους, την αγάπη για τις μοτοσυκλέτες, το δρόμο και το ροκ ν  ρολ. Ήρωας του ο Ροκάς, ένας φίλος που όλοι εμείς οι ροκερς η ροκάδες είχαμε, έχουμε, θα έχουμε. Επανάστασης συνειδητοποιημένος, όχι με μολότοφ αλλά με την ψυχή και τις πράξεις του. Περιθωριοποιημένος αλλά και σεβαστός γιατί είναι ένας γνήσιος εραστής, της μοναξιάς και της μηχανής που διατρανώνει με κάθε πράξη του, δίχως φανφάρες, με ταπεινότητα, εξοβελισμένος από την μάζα, στο περιθώριο, μιας άψυχης, άνευρης κοινωνίας,  την πίστη του, στον άνθρωπο, την μουσική, το όνειρο. 

https://musicandbooktales.blogspot.com/2025/06/blog-post_22.html

Τρεις γενιές, ο σύνδεσμος, μια κόκκινη μοτοσυκλέτα, που δεν πούλησε ποτέ πολύ και ήταν δύσκολη σε όλα ακόμα και στο να βρεθούν ανταλλακτικά και ένας άνθρωπος που εν γνώση του και εν μέρει μέσα στην αδυναμία του, να βρει μια σύντροφο, αναζητεί σε αυτή το νόημα της ζωής του. Η ίδια το ανταποδίδει, ένας φόρος τιμής στην Κριστίν του Στίβεν Κινγκ έστω και άθελα του.

Το φθαρτό του  Ανθρώπου δεν τον εμποδίζει να ψάξει για το καλύτερο για την μηχανή του, η ιδέα ότι το εργαλείο του 70, θα συνεχίσει να τρέχει στους δρόμους, ζωντανό,  με τον γιο του φίλου, του, ακόμη στο δημοτικό. Η ανάγκη της συνέχειας και του να αφήσεις κάτι ζωντανό για εσένα, σε αυτούς που θα το φροντίσουν. Ο θάνατος είναι μια στιγμή μετάβασης ή ένα τέλος, αλλά για τον Ροκά και τους φίλους του είναι μια ακόμη στιγμή στην πίστα της ζωής, ένας φόρος τιμής από και προς έμψυχα και «άψυχα» πράγματα.

Βάλτε λοιπόν τρίτη κι ταξιδέψτε με τον Σιδεράκη, θυμηθείτε μοτοσυκλέτα, μουσικές, φίλους, απογοητεύσεις και δόξες. Βάλτε δυνατά το glory days του Springsteen, το don’t make them like you  any more του Gallagher κ κλείστε με το τραγούδι που θα παίζει όταν εγώ περάσω το Ραμα (με αμάξι, γιατί ούτε με ποδήλατο δεν τα πάω καλά) iron horse Motörhead. 

On Iron Horse he flies

On Iron Horse he gladly dies

Iron Horse his wife

Iron Horse his life 



Η απόδειξη της αθωότητάς μου”- Τζόναθαν Κόου (Πόλις)



Καινούργια δουλειά του σημαντικότερου ίσως Βρετανού λογοτέχνη των ελευταίων δεκαετιών, με επίκαιρα θέματα, κριτική ματιά και κοινωνικές ευαισθησίες,σε ένα βιβλίο που συνδυάζει, πολτική, αστυνομικό μυθιστόρημα και πάνω από όλα είναι διαποτισμένο με το γεμάτο οξύνεια, χιούμορ του Κόκου.

“Η ζωή μετά το πανεπιστήμιο δεν ταιριάζει καθόλου στη Φιλ. Ο χρόνος περνά βασανιστικά αργά. Έχει επιστρέψει στο πατρικό της σπίτι και ζει ξανά με τους γονείς της, δουλεύει ατελείωτες ώρες σε ένα ιαπωνικό εστιατόριο στο αεροδρόμιο του Χίθροου και τα σχέδιά της να γίνει συγγραφέας δεν καταλήγουν πουθενά. Όμως η τυχαία ανακάλυψη ενός ξεχασμένου συγγραφέα από τη δεκαετία του 1980 τη βγάζει από τον λήθαργο, όπως και η επίσκεψη ενός οικογενειακού φίλου, του Κρις – ιδίως όταν της λέει ότι ερευνά μια υπόθεση που θα μπορούσε να θέσει τη ζωή του σε κίνδυνο.

Ο Κρις παρακολουθεί την πορεία ενός σκοτεινού think-tank, που ιδρύθηκε στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ τη δεκαετία του 1980 και ωθεί σταθερά την κυβέρνηση της Βρετανίας προς την Άκρα Δεξιά. Έπειτα από χρόνια πολιτικής απομόνωσης, τα μέλη του είναι πια έτοιμα να εφαρμόσουν τις ιδέες τους. Καθώς την πρωθυπουργία της Βρετανίας αναλαμβάνει η Λιζ Τρας, η θητεία της οποίας θα διαρκέσει μόλις επτά εβδομάδες, ο Κρις συνεχίζει την έρευνά του σε ένα συνέδριο που διεξάγεται στα βάθη της επαρχίας Κότσγουολντς. Ξαφνικά όμως τα πράγματα παίρνουν σκοτεινή τροπή και μια αστυνομική έρευνα για φόνο ξεκινά. Η λύση του μυστηρίου θα βρεθεί άραγε στη σύγχρονη πολιτική σκηνή ή σε ένα λογοτεχνικό αίνιγμα που παραμένει εκκρεμές εδώ και σαράντα σχεδόν χρόνια;”


“Το Τυφλό Γουρούνι στη Δεύτερη οδό, Ένα χρονικό σε πόλεις με ποτάμι” ΣώτηΤριανταφύλλου (Πατάκης)



Η πιο Αμερικανίδα, Ελληνίδα συγγραφέας, σε ένα ακόμη ταξιδιωτικό κείμενο γεμάτο αναμνήσεις, μιας άλλης εποχής, ροκ ν ρολ χρώματα και ηχοχρώματα και τις Η.Π.Α όπως δεν θα τις γνωρίσουν ποτέ οι αποφοιτοι των επώνυμφων κολλεγίων. Ένα βιβλίο ταξίδι, με μια γλώσσα ρέουσα από την τελευταία μεγάλη Ελληνίδα μυθιστοριογράφο, που ζει και αναπνέει μέσα από τα δωδεκάμετρα και τα μπλουζ των ανοιχτών αυτοκινητοδρόμων.


“Αποφάσισα να γράψω το «Τυφλό γουρούνι στη Δεύτερη οδό» όταν διάβασα τα απομνημονεύματα του θείου Λη, που εκδόθηκαν στα ρωσικά το 1963. Στο βιβλίο με τίτλο «Αριστερή πλευρίτιδα: αναμνήσεις ενός Αμερικανού Κόκκινου» —που θα μπορούσε να έχει υπότιτλο «Το ρομάντζο του αμερικανικού κομμουνισμού» ή κάτι παρόμοιο — ο Λη Φίλιπς, πρώην Ηλίας Φιλιππόπουλος, αφηγείται τη ζωή του από το 1918, όταν πήρε το καράβι για την Αμερική, μέχρι το 1961, όταν εγκατέλειψε το Μέμφις του Τεννεσσί για να εγκατασταθεί στη λατρεμένη του Μόσχα.Έγραφα λίγες σελίδες κάθε βράδυ στη διαδρομή προς την Καλιφόρνια, όπου πήγα να συναντήσω τον αδερφό μου τον Πάντυ, κι έπειτα στη Μοντάνα, όπου ταξίδεψα μόνο και μόνο για να δω πώς είναι η Μέρυ Κέυ είκοσι χρόνια αργότερα. Το χειρόγραφο —τριακόσιες είκοσι σελίδες γραμμένες στη γραφομηχανή, με τις μουτζούρες και τα σβησίματα— το είχα βάλει στο ντουλαπάκι του στέισον βάγκον ανάμεσα σε διάφορα μικροαντικείμενα: έναν φακό, ένα ζευγάρι μάλλινα γάντια, την άδεια του αυτοκινήτου και δυο κλήσεις της τροχαίας για υπερβολική ταχύτητα. Και θα το ξεχνούσα εκεί αν δεν πήγαινα επιστρέφοντας στο Μέμφις, στη μάντρα του Χάρρυ Γουάιτ για να ανταλλάξω το στέισον βάγκον με ένα παλιό Όλντσμομπιλ.Κανείς δεν μου ζήτησε να αφηγηθώ την ιστορία των Φίλιπς και της πόλης μας, του Μέμφις του Τεννεσσί. Κανείς δεν μου ζήτησε να μην την αφηγηθώ. Έτσι, αφηγήθηκα αυτή την αληθινή ιστορία που είναι γεμάτη ψέματα.”


“Τέλειο παρελθόν” -Λεονάρδο  Παδούρα  (Καστανιώτης)



Καλοκαίρι χωρίς νέο βιβλίο του Παδούρα, ομελέτα δίχως αυγά. Στο “Τέλειο παρελθόν”, ο συναισθηματικός και βαθιά αισιόδοξος Παδπύρα μας μυεί στην αρχή του κόσμου του αστυνόμου Κόντε, του μετέπειτα παλαιοβιβλιοπώλη και ιδιωτικού αστυνομικού. Σε μια Κούβα που ακόμη το καθεστώς κρατά τα προσχήματα και η φτωχοποιηση δεν έχει ξεπεράσει τη διαφορά, παρακολουθούμε τη γένεση μαις κλασικής πλέον μορφής της Αστυνομικής λογοτεχνίας, που μυρύζει καπνό, ρούμι και παλιά βιβλία, με την απελπισία και την ελπίδα να εναλλάσονται σε έναν αγρειο χορό , μεθυσμένο από τα αρώματα της κουζίνας της Χοσεφίνας. 

“Στην Αβάνα, στις αρχές του 1989, μιας σημαδιακής χρονιάς, ένα επίμονο τηλεφώνημα ξυπνάει τον μεθυσμένο Μάριο Κόντε, έναν σκεπτικιστή και απογοητευμένο υπολοχαγό της αστυνομίας. Ο Γέρος, ο διοικητής του στα Κεντρικά, του αναθέτει μια μυστηριώδη και επείγουσα υπόθεση: ο Ραφαέλ Μορίν, διευθυντής μιας κρατικής επιχείρησης με βαθμό υφυπουργού, αγνοείται. Τέτοια πράγματα δεν συμβαίνουν στην Κούβα… Πλην όμως, η κατάσταση περιπλέκεται όταν ο Κόντε διαπιστώνει ότι ο εξαφανισμένος είναι παλιός γνωστός του, συγκεκριμένα συμμαθητής του, ένας τύπος που ανέκαθεν υπάκουε στους καθιερωμένους κανόνες και ξεχώριζε με την αυτοπειθαρχία και την ευφυΐα του. Ο Κόντε δεν θα αργήσει να βυθιστεί σε μια αναζήτηση, καθώς σταδιακά ανακαλύπτει σκιές στο φαινομενικά τέλειο παρελθόν πάνω στο οποίο είχε στηρίξει τη λαμπρή του καριέρα το συγκεκριμένο στέλεχος, ενώ ταυτόχρονα έρχεται και ο ίδιος αντιμέτωπος με οδυνηρές αναμνήσεις και πληγές που νόμιζε πως είχαν κλείσει για πάντα. Αυτό είναι το πρώτο μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή τον Μάριο Κόντε, από δω ξεκίνησαν όλα, η συνύπαρξη του Λεονάρδο Παδούρα με έναν πολύπλευρο, αντιφατικό, συναρπαστικό ήρωα που μοιάζει και δεν μοιάζει στον λογοτεχνικό του δημιουργό.

Νομίζω πως ακριβώς πάνω στην προσπάθειά μου να επιλύσω αυτό το ουσιώδες δίλημμα όσον αφορά τη σχέση μου με τον χαρακτήρα ήταν που ο Μάριο Κόντε πήρε την πρώτη του ανάσα ως ζωντανό πλάσμα: θα τον δημιουργούσα σαν ένα είδος αντιαστυνομικού, ένα είδος λογοτεχνικού αστυνομικού, αληθοφανούς μόνο εντός των ορίων της μυθοπλαστικής αφήγησης, αδιανόητου όμως στην «πραγματική» αστυνομική πραγματικότητα της Κούβας (ή και σε οποιονδήποτε θεσμό με σιδερένια πειθαρχία). Ήταν ένα παιχνίδι που μου το επέτρεπε το γεγονός ότι έγραφα μυθοπλασία και αποφάσισα να το εκμεταλλευτώ. Επιπλέον, θα ανήκε σε ένα φανταστικό αστυνομικό σώμα της Κούβας και σε μια μονάδα εγκληματολογικών ερευνών δημιουργημένη ειδικά γι' αυτόν […]. Έτσι, με μεγαλύτερο ή μικρότερο βάρος στην αστυνομική πλευρά του μυθιστορήματος, αλλά πάντα με όλο και περισσότερες επιδιώξεις για μυθιστόρημα κοινωνικό και στοχαστικό, οι ιστορίες του Μάριο Κόντε μού χρησιμεύουν και θα μου χρησιμεύουν στο μέλλον για να προσπαθώ να σκιαγραφήσω ένα χρονικό της ζωής στη σύγχρονη Κούβα, στην εξέλιξη και στις οπισθοδρομήσεις της, πάντα από τη δική μου οπτική γωνία – που δεν είναι η μοναδική, ούτε η πιο ορθή, εκφράζει όμως μια δική μου οπτική για μια πραγματικότητα την οποία ζω κάθε μέρα.”


“Οι Γερμανοί”- Σέρχιο Δελ Μολίνο (Ίκαρος) 



Η ιστορία μιας χώρας που χρησίμευσε σαν βοηθός συμμάχων και Γερμανών στον ΒΠΠ ανάλογα με τις κρατικές ανάγκες και χάρη στην μεγάλη Γερμανική της κοινότητα, έγινε καταφύγιο αρκετών Γερνανών μετά τον ΒΠΠ και χώρα επαναπριώθησης φυγάδων Ναζί στην Νότιο Αμερική. Ερωτήματα, εγκλήματα και πίστη σε χαμένες ιδεολογίες, που υποβόσκουν στον μεσογειακό ήλιο, για να αναδυθούν , με τον ΠανΓερμανισμό, να είναι το τσακμάκι στην ειρήνη μιας εύθραστης Ευρώπης.

“To 1916, μεσούντος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, δύο πλοία με περισσότερους από εξακόσιους Γερμανούς φτάνουν στο λιμάνι του Κάδιθ από το Καμερούν. Οι Γερμανοί, που είχαν παραδοθεί στις ουδέτερες ισπανικές αποικιακές αρχές στα σύνορα του Καμερούν με τη Γουινέα, θα εγκατασταθούν και στη Θαραγόθα, όπου θα σχηματίσουν μια οικονομικά εύρωστη μικρή κοινότητα. Ανάμεσά τους ο προπάππους της Εύας και του Φέδε Σούστερ. Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, οι δύο αυτοί τελευταίοι απόγονοι μιας δυναστείας αλλαντοποιών θα θάψουν στο γερμανικό νεκροταφείο της πόλης τον μεγαλύτερο αδερφό τους, Γκάμπι.

Με αριστοτεχνικά κλιμακούμενο σασπένς, το μυθιστόρημα πραγματεύεται ένα λιγότερο γνωστά επεισόδια στην ιστορία της Ισπανίας: πώς υπό διωγμόν στελέχη των Ναζί βρήκαν καταφύγιο στη χώρα και συνέβαλαν δραστικά στην άνοδο του Νεοναζισμού στη Γερμανία. Με αξιοθαύμαστη λεπτότητα, μέσα από τέσσερις καθηλωτικές πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις, ο Ντελ Μολίνο αποτυπώνει την κόλαση στην οποία ενίοτε μετατρέπεται η οικογενειακή ζωή θέτοντας άβολα ερωτήματα: Διαγράφονται ποτέ οι αμαρτίες των γονιών; Και οφείλουν άραγε οι απόγονοί τους να τους λυτρώσουν από αυτές; Ένα σπουδαίο μυθιστόρημα για την αναπόδραστη δύναμη του παρελθόντος και τη σκιά των προγονικών εγκλημάτων στις επόμενες γενιές.”


“Sonny boy- Η επίσημη αυτοβιογραφία”- Al Pacino (Key Books)



Ο Al Pacino σε μια εκ βαθέως εξομολόγηση ,για την καριέρα του, τα όνειρα, τους συμβιβασμούς, για μια ζωή γεμάτη επιτυχίες, δυσκολίες, καλλιτεχνικές ανησυχίες, ανασφάλειες και πώς παρέμεινε πιστός στο όνειρο του.

“Και τότε, ένα βράδυ, ενώ ήμουν επί σκηνής, απλώς συνέβη. Η δύναμη της έκφρασης μου αποκαλύφθηκε όπως ποτέ άλλοτε. Και δεν ήταν καν κάτι που αναζητούσα. Αυτή είναι η ομορφιά των πραγμάτων. Όταν δεν την ψάχνεις. Ανοίγω το στόμα μου και, με κάποιον τρόπο, καταλαβαίνω ότι μπορώ να μιλήσω. Οι λέξεις βγαίνουν, και δεν είναι οι λέξεις του Στρίντμπεργκ, αλλά τις προφέρω σαν να είναι δικές μου. Ο κόσμος είναι δικός μου, όπως και τα συναισθήματά μου, και ξεπερνούν τα όρια του Σάουθ Μπρονξ. Εγκατέλειψα το οικείο. Έγινα μέρος κάτι μεγαλύτερου. Ανακάλυψα ότι υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες για μένα, αισθανόμουν ότι ανήκω σε έναν ολόκληρο κόσμο κι όχι μόνο σε ένα μέρος. “Τι είναι αυτό;” αναρωτήθηκα. Μοιάζει σαν να απογειώνομαι. “Ναι, επιτέλους. Είναι εκεί, μπορώ να απλώσω τα χέρια μου και να το αγγίξω. Είναι εκεί και τώρα ξέρω ότι μπορώ να το φτάσω, να το ακουμπήσω” σκέφτηκα. Και ξαφνικά, εκείνη τη στιγμή, ήμουν παγκόσμιος. Ήξερα ότι μετά απ’ αυτό δεν θα ανησυχούσα. Έτρωγα, δεν έτρωγα. Έβγαζα δεν έβγαζα λεφτά. Γινόμουν δεν γινόμουν διάσημος. Όλα αυτά δεν σήμαιναν τίποτα πια. Σε αυτή τη δουλειά, το να μη νοιάζεσαι για τέτοια πράγματα αποτελεί ευτύχημα. Άνοιγε μια πόρτα που δεν οδηγούσε σε καριέρα ούτε σε επιτυχία ή χρήματα, αλλά σε μια ζωτική ενέργεια. Είχα αφουγκραστεί τον εαυτό μου και δεν μπορούσα να κάνω τίποτε άλλο παρά να πω “Θέλω να κάνω αυτό το πράγμα για πάντα”».

Για τον κόσμο, ο Al Pacino εμφανίστηκε στη μεγάλη οθόνη σαν φλόγα που άναψε ξαφνικά και δεν έσβησε ποτέ. Από την πρώτη του πρωταγωνιστική εμφάνιση στο Πανικός στο Νιντλ Παρκ το 1971, μέχρι τις εμβληματικές ερμηνείες του στον Νονό, το Σέρπικο και τη Σκυλίσια Μέρα, το όνομά του έγινε συνώνυμο με την ένταση, το βάθος και την αλήθεια της υποκριτικής. Μεγάλωσε στο Νότιο Μπρονξ από μια στοργική αλλά ψυχικά ευάλωτη μητέρα και τους παππούδες του, καθώς ο πατέρας του τον εγκατέλειψε σε μικρή ηλικία. Η ζωή στους δρόμους και η ατίθαση παρέα των παιδικών του χρόνων σμίλεψαν τον χαρακτήρα του. Μια καθηγήτρια διέκρινε το ταλέντο του και τον ενθάρρυνε να φοιτήσει στο περίφημο Λύκειο Παραστατικών Τεχνών της Νέας Υόρκης. Από εκεί, δεν υπήρχε επιστροφή. Το Sonny Boy είναι τα απομνημονεύματα ενός άντρα που δεν έχει τίποτα να φοβηθεί και τίποτα να κρύψει. Όλοι οι σπουδαίοι ρόλοι, οι βαθιές σχέσεις, οι δημιουργικές συνεργασίες και η εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην τέχνη και στην αγορά ζωντανεύουν ξανά – μέσα από τον ίδιο. Η ιστορία του Al Pacino είναι μια ιστορία για την αγάπη και την αποφασιστικότητα. Ο Pacino είχε την τύχη να ερωτευθεί σε βάθος την τέχνη του πριν καν αντιληφθεί τις υλικές ανταμοιβές της– και αυτή του η αγάπη δεν στέρεψε ποτέ. Αυτό έκανε όλη τη διαφορά.”



«Η εγγονή»  -Σλινκ, Μπέρνχαρντ (Κριτική)



Ένας συγγραφέας, που τα βιβλία του, ο τρόπος γραφής του σε μαγνητίζουν, με την απλότητα και την μεστότητα τους, σε βαθμό να εθίζεσαι διαβάζοντας ασταμάτητα έως το τέλος. Στους περισσότερους είναι γνωστός από το «Διαβάζοντας στην Χαννα’, σε εμένα από το ‘Το Σαββατοκύριακο’. Ένα μυθιστόρημα για τη Γερμανία που δεν έκλεισε ποτέ πραγματικά τις πληγές που άφησε ο ΒΠΠ αλλά και η γενιά της τρομοκρατίας. Δεν με παραξενεύει που στην εγγονή, ο συγγραφέας μέσα από την Οδύσσεια της αυτογνωσίας και του επαναπροσδιορισμού, μετά την αυτοκτονία της γυναίκας του, ενός σχετικά χαμηλών τόνων εβδομηντάχρονου βιβλιοπώλη, , μας παρουσιάζει την ζωή της Διχασμένης Γερμανίας, πριν και μετά την ‘Ένωση. 

Με αφετηρία το θάνατο της γυναίκας του, πρώην Ανατολκο Γερμανίδας, ο βιβλιοπώλης Κάσπαρ ανακαλύπτει έκπληκτος, πως η σύντροφος που τόσο αγαπούσε είχε μια σχεδόν παράλληλη ζωή, που τον άφηνε ,οικειοθελώς να μοιράζεται μέρη της. Πικραμένος για όσα δεν μοιράστηκε μαζί της, ανατρέχει μέσα από τα γραπτά της που ανακτά μέσα από έναν παλιό υπολογιστή και τις αναμνήσεις του, στη γνωριμία τους και τη ζωή της πριν και μετά από αυτή. 

Ανατολικο Γερμανίδα που ερωτεύεται και διαφεύγει στη Δύση η Μπίργκιτ μαζί με τον Κάσπαρ αφήνει πίσω της ένα μεγάλο μυστικό, που την κατατρέχει μια ολόκληρη ζωή, γεμάτη ρωτήματα. Ένα παιδί, που παραδίδει για υιοθεσία με τη γέννα του. Ο Κάσπαρ ανακαλύπτει όχι μόνο το παρελθόν της γυναίκας του αλλά και την επιθυμία της να επανορθώσει με την κόρη της ή τον ίδιο τον εαυτό της. 

https://musicandbooktales.blogspot.com/2025/05/bernhard-schlink.html

Στη προσπάθεια να συμφιλιωθεί με οτι εκείνη πρέσβευε και ό,τι ποτέ δεν έζησαν μαζί, ανατρέχει στην γνωριμία τους στην τότε χωρισμένη Γερμανία, σε όσα εκείνος έκανε, αλλά αυτή ποτέ δεν βρήκε αρκετά και διακρίνει πλέον του λόγους που την έκαναν εσωστρεφή, χωρίς να μπορεί να καταλάβει αν ο θάνατος της ήταν αυτοκτονία ή απλά ένα ακόμη βράδι κατανυκτικής μέθης στην προσπάθεια της να έρθει σε ισορροπία ή απλά να αντέξει το βάρος του παρελθόντος της. 

Ο Κάσπαρ αποφασίζει να συνεχίζει την αναζήτηση που η Μπίργκιτ  ποτέ δεν ξεκίνησε, να βγει από το καβούκι του βιβλιοπώλη στα εβδομήντα του χρόνια  και να αναζητήσει τη γυναίκα του στην πρώην Α. Γερμανία, την κόρη της. Η οδύσσεια του δεν θα διαρκέσει πολύ. Αλλά στο τέλος της, μέσα από την επαφή με την «άλλη» Γερμανία, που ο Δυτικός είναι τόσο οικείος όσο και ο τουρίστας, θα βρεθεί όχι στην Ιθάκη του, αλλά σε ένα νέο δίλλημα. Η κόρη της γυναίκας του, είναι πλέον μέλος μιας εθνικιστικής αγροτικής κοινότητας, το καταφύγιο της από τα χρόνια περιθωριοποίησης στην Δ. Γερμανία ,μετά τη σύγκρουση με τους Ανατολικό Γερμανούς γονείς της, με τον πατέρα επιφανές στέλεχος του κόμματος.Η Ιθάκη του είναι πλέον η δεκατετράχρονη εγγονή του, γιατί εκεί βρίσκει τον σκοπό στη ζωή του. Να της ανοίξει νέους δρόμους, μακριά από τις παρωπίδες της εθνικιστικής κοινότητας, που ονειρεύεται μια Γερμάνία, για τους Γερμανούς, δίχως ξένους και βλέπει παντού, αδυναμία της Δυτικής κοινωνίας να επιβιώσει, μαλθακότητα, ξενόφερτους εισβολείς και  στοχοποιεί το ξένο και το διαφορετικό. Εδώ ο Schlink ξεκινά μια πανέμορφα δομημένη προσπάθεια να παντρέψει τον ηλικιωμένο βιβλιοπώλη, με την εφήβη εγγονή, μέσα από τα βιβλία και τη μουσική, αναγνωρίζοντας και γνωρίζοντας ο ένας τον άλλο, με τους δικούς τους κώδικες, που αλλάζουν, συγκρούονται και βρίσκουν γραμμές επικοινωνίας. Η μουσική και τα βιβλία, η ανταλλαγή ιδεών, ο σκεπτικισμός και η δύναμη της γνώσης θα αλλάξουν τα πράγματα, αλλά η μισαλλοδοξία και ο φόβος θα γκρεμίσουν την σχέση παππού-εγγονής.

Σε ένα αλλιώτικο τέλος, ελάχιστα λυτρωτικό, η βία θα απωλέσει έναν σύμμαχο της. Οι δεσμοί αίματος θα επικρατήσουν  ,αλλά δεν θα υπάρξει το ευτυχισμένο τέλος των Αμερικάνικων ταινιών. Η λύση θα δοθεί από το θάρρος, την ελπίδα και την ανιδιοτελή αγάπη που χαρακτηρίζει τον παππού και από μια εγγονή, που αναλαμβάνει το βάρος των πράξεων της. Ένα βιβλίο, προσωπικό, μια αναζήτηση σε μια σχέση με κενά και κρυφά σημεία, μια αναζήτηση πολιτική, πολιτιστική,  που αναδεικνύει τελικά την αξία της τέχνης, της αγάπης και της αφοσίωσης που υπερνικά προκαταλήψεις και διαμορφώνει ανθρώπους, όσο είναι νέοι και πρόθυμοι να μάθουν και να αναθεωρήσουν. Διαβάζεται δίχως τέλος, δίχως σταματημό, σαν μια μεγάλη εξομολόγηση, ενός άνδρα στην χαμένη από καιρό γυναίκα του.



“Το Τραγούδι του προφήτη” – Paul Lynch (Gutenbeg)



Σκοτάδι προσωπικό, σκοτάδι μιας χώρας, μιας κοινωνίας, μια κατάβαση από το όλον στο τίποτα . Μια δυστοπία που αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε, γιατί είμαστε μακριά. Είμαστε άραγε?

. Εδώ η χώρα είναι η Ιρλανδία. Στην Ευρώπη, της οικονομικής ένωσης, των δικαιωματιστών, των συνδικαλιστών και των επιδομάτων. Όλα ξεκινάνε με μια σύγκρουση ανάμεσα σε ένα φοβικό Κράτος  και έναν πατέρα τον Λάρι συνδικαλιστή και οικογενειάρχη που ταλανίζεται ανάμεσα στο συνδικαλιστικό καθήκον και την αγάπη για την οικογένεια. Η μυστική αστυνομία συλλαμβάνει, εξαφανίζει όμως ακόμα υπάρχει πίστη, ότι όλα είναι προσωρινά. Ότι όλοι θα επιστρέψουν. Οτι η καταπάτηση των δικαιωμάτων είναι σχηματική και εφήμερη. Η οικογένεια φοβάται, συσπειρώνεται και περιμένει τον πατέρα που συλλαμβάνεται και εξαφανίζεται. Η Αιλις τραγική μάνα κουράγιο βλέπει τον κόσμο της να διαλύεται. Δεν μπορεί να σταματήσει να ανησυχεί, να ψάχνει και ταυτόχρονα να σημειώνει τις μικρές αλλαγές στην κοινωνία γύρω της. Πως ο κόσμος χωρίζεται σε μέλη του κόμματος και τους άλλους, τους ανεπιθύμητους, τους αναλώσιμους, από τον εργασιακό χώρο, μέχρι τον  κρεοπώλη. Το καθεστώς στοχοποιεί και ζητά συνεχώς νέο αίμα. Απαγορεύει για να προστατεύσει, δίχως αιτιολογία, μόνο με διατάγματα, φιμώνει δικηγόρους και πολίτες, ο χαρακτηρισμός ως αντιφρονούντα σημαίνει απόλυση, σύλληψη, εξαφάνιση.

 Η Αιλις καρκινοβατεί μεταξύ του σε αρχόμενη άνοια πατέρα της και της υπό διάλυση οικογένειας της. Οι έφηβοι γιοι και κόρη της αντιδρούν, υποκρίνονται και επαναστατούν. Βλέπουν το σκοτάδι, να αλλάζει αρχικά την καθημερινότητα τους και μετά την ουσία της ζωής τους, από την απώλεια του πατέρα και του οικογενειακού αυτοκίνητου, στις απαγορεύσεις κυκλοφορίας και τα σημειώματα για εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα, που σημαίνουν στράτευση ή εξαφάνιση.

 Ο πατέρας χάνεται στα υπόγεια της μυστικής αστυνομίας. Ο μεγάλος γιος ο Μαρκ, χάνεται με τους αντάρτες, παίρνοντας θέση στον επερχόμενο εμφύλιο, ζητώντας να ζήσει. Η κόρη βυθίζεται στο σκοτάδι της άρνησης, ο μικρότερος γιος, ο Μπέιλι ενηλικιώνεται απότομα πριν χαθεί κι αυτός τραγική φιγούρα σε έναν εμφύλιο που έχει μοιράσει το Δουβλίνο σε ζώνες, έχει παραδοσει την Ιρλανδία βορά ανάμεσα στο Κράτος και όσους ζητάνε μια πιο ανθρώπινη ζωη με το όπλο στο χέρι, με τον υπόλοιπο κόσμο να παρακολουθεί αμέτοχος στην τηλεόραση, το αιματοκύλισμα μιας χώρας. Ένας απλός τραυματισμός του Μπέιλι σε βομβαρδισμό  θα τον οδηγήσει από το χειρουργείο στο νεκροτομείο και τη μητέρα του στην απόγνωση, δίχως φανερή αιτία, γιατί το Κράτος ζητά αίμα.

 https://musicandbooktales.blogspot.com/2025/07/paul-lynch-gutenberg.html

Στο σκοτάδι του τρόμου του εμφυλίου η αδερφή από τον Καναδά τους ζητά να διαφύγουν. Η Αιλις θα αρνηθεί. Ποιόν θα βρουν όταν γυρίσουν πίσω ο άντρας και ο γιος της. Όμως ο θάνατος του μικρότερου γιου της πυροδοτεί την φυγή. Μετανάστες στην Ευρώπη, διακινητές, διεφθαρμένοι υπάλληλοι, παραστρατιωτικοί και ένα μωρό και ένα κορίτσι που συμβολίζουν την δύναμη κ την ελπίδα για το αύριο. Όμως το σκοτάδι όσων έμειναν πίσω κρατά το βλέμμα της Αιλις μακριά από το φως. Η θάλασσα,το ανοιχτό πέλαγος γίνεται η ελπίδα ή το αβέβαιο μέλλον που είναι καλύτερο από το ζοφερό παρόν. 

 Πόσο αντέχει κανείς; Πότε είναι ο κατάλληλος χρόνος για να αφήσει τα πάντα πίσω και να φύγει; Ποια η σκιά της μνήμης ? Πόσο μετρά η ζωή των ζωντανών και ποια κινητήρια δύναμη προσφέρουν τα παιδιά σε μια μάνα στη δίνη της αποσύνθεσης του κόσμου της.

«Το τραγούδι του προφήτη» είναι σίγουρα ένα από τα βιβλία της χρονιάς τουλάχιστον για μια δυστοπία που πλησιάζει ή ήδη ζούμε, εσείς αποφασίστε, η σκέψη έρχεται πλέον δεύτερη, οι πράξεις μένουν.


«Και ο  θεός βοηθός»- Γκενασιά, Ζαν- Μισέλ (Διόπτρα)



Από την Αλγερία στην μητροπολιτική Γαλλία, μια ιστορία με φόντο την ιστορία, για την εποχή της δημιουργίας, της καταστροφής, της χειραφέτησης και του πολέμου. Μάστορας, τεχνίτης στην δόμηση πολυπρόσωπων μυθιστορημάτων που οι προσωπικές ιστορίες συνυφαίνονται με τα ιστορικά γεγονότα του 20 ου αιώνα, ο Γκενασιά μας παραδίδει ακόμα ένα πόνημα, που θα απορροφήσει τον αναγνώστη του.

«Δεν επιλέγουμε τίποτα, βαδίζουμε απλώς στον χαραγμένο δρόμο, εκπληρώνουμε πάντα αυτό που ήδη είμαστε».Μέσα στην ευφορία ενός κόσμου που πρέπει να ξαναχτιστεί, το 1924, η Ιρέν γνωρίζει τον Ζορζ. Εκείνη είναι σερβιτόρα, αυτός ξυλουργός στα κινηματογραφικά στούντιο και μοιάζει στον Ροδόλφο Βαλεντίνο. Ένα βαλς στις όχθες του Μάρνη είναι αρκετό για να ερωτευτούν.Το πρώτο τους παιδί, η Αρλέν, γίνεται μέλος μιας μαγικής παρέας καθώς μεγαλώνει. Ο Ντανιέλ και τα δίδυμα, ο Τομά με τη Μαρί, είναι αχώριστοι με την Αρλέν, κι ας μην προέρχεται σαν κι αυτούς από πλούσια οικογένεια. Παρά την ταπεινή καταγωγή της, η Αρλέν θα προσπαθήσει να γίνει μία από τις πρώτες μηχανικούς στη Γαλλία – ένας δρόμος δύσκολος που θα απαιτήσει να θυσιάσει πολλά…

Συνυφαίνοντας άτυχους έρωτες, ξεχασμένες υποσχέσεις και παιχνίδια της μοίρας στο φόντο κοινωνικών και πολιτικών ανατροπών, ο Guenassia συνθέτει στο Και ο Θεός βοηθός το έπος ενός αιώνα – και μιας γενιάς που προσπάθησε να ονειρευτεί από πόλεμο σε πόλεμο, και είδε τις φιλοδοξίες της να πραγματοποιούνται ή να συνθλίβονται στο πέρασμα της Ιστορίας.»


«Τόκιο, η επιστροφή»- Ντειβιντ Πις (Τόπος)



Ένα μυστήριο, μια εξαφάνιση, τρεις δεκαετίες, Ιαπωνία, από την μεταπολεμική φτώχια και ανάπτυξη στην τεχνολογικά ηγέτιδα ΄χώρα του 90, το μυστήριο παραμένει ο κοινός κρίκος και κινητήρια δύναμη σε μια αστυνομική ιστορία, με ένταση.

Κάποιοι εξαφανίζονται…Τόκιο, Ιούλιος του 1949. Ο πρόεδρος Σιµογιάµα, επικεφαλής των Εθνικών Σιδηροδρόµων Ιαπωνίας, εξαφανίζεται µόλις µία µέρα µετά την ανακοίνωση 30.000 απολύσεων. Ο Αµερικανός αστυνοµικός ντετέκτιβ Χάρι Σουίνι αναλαµβάνει την έρευνα για τον αγνοούµενο.

Κάποιοι τρελαίνονται…Οκτώβριος 1964. Το Τόκιο προετοιµάζεται πυρετωδώς να υποδεχτεί τους Ολυµπιακούς Αγώνες και τα παγκόσµια φώτα της δηµοσιότητας. Ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Μουρότα Χιντέκι αναλαµβάνει µια υπόθεση που τον αναγκάζει να έρθει αντιµέτωπος µε ένα έγκληµα από το οποίο κρυβόταν εδώ και δεκαπέντε χρόνια.

Κάποιοι και τα δύο...

Τέλη του 1988. Ενώ ο αυτοκράτορας Χιροχίτο πεθαίνει, ο Ντόναλντ Ράιχενµπαχ, ένας ηλικιωµένος Αµερικανός, πίνει µπίρες δίπλα στη λίµνη Σινόζαµπου στο Ουένο, βέβαιος ότι η οριστική λύση του µεγαλύτερου µυστηρίου της περιόδου Σόουα εξαρτάται από εκείνον.


«Θα κάψω το Παρίσι» - Γιασένσκι, Μπρούνο (Έρμα)



Προφητικό όσο και δυσοίωνο, ένα μυθιστόρημα, για την απόγνωση της φτωχοποίησης που μιλά για ένα μέλλον που ίσως είναι ήδη παρελθόν δίχως επιστροφή, σε μια Ευρώπη παραδομένη στους δικαιωματιστές. Πολωνική λογοτεχνία με παγκόσμια απήχηση και βαθιά ενσυναίσθηση των αδιεξόδων του σύγχρονου Δυτικού.

«Ο νεαρός Γάλλος εργάτης Πιερ βλέπει τη ζωή του να καταστρέφεται όταν ξαφνικά απολύεται από τη δουλειά του, η αγαπημένη του τον εγκαταλείπει και ο σπιτονοικοκύρης του τον πετάει έξω. Άστεγος, πεινασμένος και βυθισμένος στην απόγνωση, ο Πιερ περιπλανιέται στους δρόμους του Παρισιού πασχίζοντας να επιβιώσει στον σκληρό και αδυσώπητο κόσμο που εκτείνεται πίσω από τα λαμπερά φώτα και τα ακριβά καταστήματα των πλουσίων. Όταν ένας φίλος του τον ξεναγεί στο Ινστιτούτο Παστέρ, ο Πιερ αποφασίζει να κλέψει δύο δοκιμαστικούς σωλήνες που περιέχουν πανούκλα. Η απελπισία και η απύθμενη οργή για ένα σύστημα που τον καταδίκασε στο περιθώριο τον ωθούν, την παραμονή των εορτασμών για την επέτειο της Γαλλικής Επανάστασης, να αδειάσει τους σωλήνες στη δεξαμενή που τροφοδοτεί το Παρίσι με νερό. Η πόλη μολύνεται, ο ιός εξαπλώνεται, οι νεκροί πληθαίνουν και ένας ανηλεής αγώνας για επιβίωση ξεκινά. Το μίσος και η βία διαποτίζουν τα πάντα, η εκλεγμένη εξουσία καταρρέει και το κοσμοπολίτικο Παρίσι χωρίζεται σε ζώνες όπου, μεταξύ άλλων, κυριαρχούν Κινέζοι κομμουνιστές, φιλοσοβιετικοί Γάλλοι, Αγγλοαμερικάνοι καπιταλιστές, θεοσεβούμενοι Εβραίοι και φιλομοναρχικοί Ρώσοι. Η πόλη παραδίδεται στις καταστροφικές φλόγες μιας πρωτοφανούς εξέγερσης. Τα όσα ακολουθούν είναι ικανά να αλλάξουν τη ροή της Ιστορίας.

Διάσημο αλλά και ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο την εποχή που δημοσιεύτηκε, μεταφρασμένο σε πολλές γλώσσες, το μυθιστόρημα Θα κάψω το Παρίσι πλέον κατατάσσεται στα μείζονα επιτεύγματα της πολωνικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα αποτελώντας ένα κρυμμένο διαμάντι του κεντροευρωπαϊκού μοντερνισμού. Ο Μπρούνο Γιασένσκι, με την περίτεχνη γραφή και την πρωτοποριακή αισθητική του, μας παραδίδει ένα ανατρεπτικό έργο ιδιαίτερης λογοτεχνικής αξίας που αποπειράται να φωτίσει τις ρωγμές και τις αντιφάσεις ενός κόσμου που γίνεται ολοένα και περισσότερο άδικος και καταπιεστικό»


«Η παραβολή του σπορέα»- Οκτάβια Μπάτλερ (Αίολος)



35 χρόνια πριν, η Μπάτλερ, διέθετε τις κεραίες που της επέτρεψαν να αντιληφθεί την άνοδο της κρατικής τρομοκρατίας, του υπερκαπιταλισμού και της ανάγκης για μια πιο ανθρώπινη κοινωνία. Δυστοπική  Επιστημονική φαντασία στην εποχή του, ζοφερός προάγγελος ενός μέλλοντος που είναι ασφυκτικό παρόν και επίκαιρο όσο ποτέ σήμερα.


«Καλιφόρνια 2024 – Ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών προκαλεί μια πρωτοφανή κρίση, επιδιώκοντας «να κάνει ξανά μεγάλη την Αμερική». Κοινωνικοί αποκλεισμοί και κλιματικό χάος, επιδημίες, φτώχεια, βία… Η βαρβαρότητα κυριαρχεί και όλοι αναζητούν απεγνωσμένα μια στοιχειώδη ασφάλεια. Η δεκαοχτάχρονη Λόρεν, κόρη ενός μαύρου πάστορα, γεννημένη μ’ ένα σύνδρομο υπερευαισθησίας στα συναισθήματα των άλλων, νιώθοντάς τα σαν δικά της, καταγράφει στο ημερολόγιό της όλα όσα βιώνει σ’

αυτήν τη σκοτεινή δυστοπία του υπερκαπιταλισμού και της κλιματικής αλλαγής.

Και αίφνης, μέσα σε μια νύχτα επέρχεται η απόλυτη καταστροφή: χάνει ολόκληρη την οικογένειά της από κάποιους πυρομανείς, προϊόντα – ή θύματα κι αυτοί; – της ίδιας νοσηρής κοινωνίας. Έτσι αναγκάζεται να καταφύγει στον Βορρά, κάνοντας με τα πόδια μια επικίνδυνη διαδρομή, στην επιθυμία της για έναν ασφαλέστερο τόπο και ένα νέο ξεκίνημα.

Η δυστοπία την οποία περιέγραφε 35 χρόνια πριν η Οκτάβια Μπάτλερ, συγγραφέας του Εξ Αίματος, δεν απέχει πολύ από ορισμένες καταστάσεις του σήμερα. Η Παραβολή του Σπορέα, το πρώτο βιβλίο της δυστοπικής σειράς Γαιόσποροι, διαδραματίζεται τη δεκαετία του 2020, τη δεκαετία που η σπίθα του παλιού κόσμου ή θα σβήσει αφήνοντας στο απόλυτο σκοτάδι την ανθρωπότητα, ή θα παραμείνει ζωντανή πυροδοτώντας κάτι νέο.»


«Η λάθος πλευρά»- Κόπο, Νταβίντε (Διόπτρα)



Μια μεταμόρφωση για την εφηβεία, την ανάγκη του ανήκειν και πως το κακό υποβόσκει ανάμεσα μας, χαρίζοντας την ηδονή της βίας ,πρόσκαιρη όσο και επικίνδυνη, παγίδα που κρατά τα θύματα της σε έναν ασφυκτικό εναγκαλισμό, ως τον αφανισμό τους.

«Τι ωθεί έναν έφηβο σαν όλους τους άλλους, από μια συνηθισμένη οικογένεια, να επιλέξει τον δρόμο του πολιτικού εξτρεμισμού; Ο Έτορε, που φεύγει από τα προάστια του Μιλάνου για να γραφτεί σε ένα μεγάλο λύκειο του κέντρου, νιώθει χαμένος, σε μια περιοχή και μια κοινότητα όπου δεν μπορεί να βρει αναφορές ή φιλίες. Σύντομα θα τα αναζητήσει σε μια νεοφασιστική ομάδα, αρχικά τυχαία και στη συνέχεια καλλιεργώντας ο ίδιος τη ριζοσπαστικοποίησή του, την απομάκρυνση από την οικογένεια και τους φίλους, ώσπου να οδηγηθεί, βήμα βήμα, στο αναπόφευκτο και τραγικό φινάλε. Μια ιστορία βίας και στρεβλής ενηλικίωσης, και ταυτόχρονα μια προσωπική εξομολόγηση, αληθινή και επώδυνη, για το δύσκολο ταξίδι της διαμόρφωσης ταυτότητας και τη σκοτεινή έλξη που μπορεί πάντα να ασκήσει το κακό.»



«Αμαλία, μια πόρνη στα αζήτητα» - Βασίλης Τζανακάρης (Ελληνοεκδοτική)



Αναμνήσεις μιας πόρνης μιας άλλης εποχής, γεμάτη αισθήματα, συναισθήματα, πληροφορίες σε ένα αφήγημα εν μέρει βιογραφικό, εν μέρει ιστορικό αλλά πάνω από όλα ανθρώπινο, σε μια πόλη που δεν κυριαρχούσαν τα κομπιούτερ και οι αριθμοί, αλλά οι άνθρωποι. Η Θεσσαλονίκη του 60, η Αθήνα, χαμένες ψυχές και ιστορίες από ένα παρελθόν ,δύσκολο, αλλά βαθιά ανθρώπινο.

«Η Αμαλία, μια πόρνη αγαπημένη…Μια πόλη στο επίκεντρο των πολιτικών εξελίξεων, η Θεσσαλονίκη. Μια χρονιά σημαδιακή για τη σύγχρονη ιστορία, 1963.

Στα τραπεζάκια του θρυλικού καφε-ζαχαροπλαστείου «Φλόκα», η Αμαλία, μια τραγική πρωταγωνίστρια των οίκων ανοχής, ξετυ¬λίγει με αφοπλιστική ειλικρίνεια το κουβάρι των αναμνήσεών της. Η Ελλάδα του Μεσοπολέμου, τα πορνεία, το νοσοκομείο Συγγρού, η «Σωτηρία» των φυματικών, η κατοχική Θεσσαλονίκη αποτελούν οδόσημα της συγκλονιστικής εξιστόρησής της.

Στο φόντο, η δολοφονία του βουλευτή της Ε.Δ.Α. Γρηγόρη Λαμπράκη και, λίγα χρόνια νωρίτερα, εκείνη του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ, οι εκλογές της 3ης Νοέμβρη… πλαισιώνουν το συναξάρι της Αμαλίας, μιας πόρνης στα αζήτητα.»


Και μερικές μουσικές επιλογές


1. Night Flight Orchestra – “Give Us The Moon”

2. Ricky Warwick-“Blood ties”

3. Naxatras-“ V”

4. Mark Morton- "Without the pain"

5. Bernie Marsden- "Icons"

6. Smith/ Kotzen- "Black Light-White noise"

7. Von Hertzen Brothers- "In Murmuration"

8. H.E.A.T- “Welcome To The Future”

9. Robin McAuley- “Soulbound”



Παραδείγματος χάριν: ο Ναζί αδελφός μου – Ούβε Τιμ (Καστανιώτης)


Παραδείγματος χάριν: ο Ναζί αδελφός μου – Ούβε Τιμ (Καστανιώτης)
 



 Σε μια εποχή που η ιστορική μνήμη αμφισβητείται, αυτό το βιβλίο του Γερμανού Τιμ, έχει ιδιαίτερη αξία. Γραμμένο σαν διάλογος, ανασκόπηση των αναμνήσεων του Τιμ με τον κατά πολύ μεγαλύτερο αδελφό του, που ουσιαστικά δεν γνώρισε, ο Τιμ επιχειρεί μια βαθιά τομή στη Γερμανική ιστορία του Β’ΠΠ αλλά και των χρόνων μετά. 

Ο αδερφός του, στρατιώτης στο τμήμα μηχανικού των ΣΣ, ιδεολόγος, αλλά αδιευκρίνιστα ρατσιστής, αγαπά την ιδέα της μεγάλης Γερμανίας, αλλά φαίνεται οτι έχει τις ενστάσεις του σε σχέση με το Εβραϊκό ζήτημα, τον χειρισμό του και την ανωτερότητα των Γερμανών, της Αριας φυλης, απέναντι στους Σλάβους. Παρόλα αυτά βρίσκει την θέση του, μέσα στην ομάδα. Την αναγνώριση του να ανήκει στο επίλεκτο σώμα του στρατού της Χιτλερικής Γερμανίας και πολεμά στο ανατολικό μέτωπο. Ο αδελφός του χρόνια μετά, μιας και ήταν πολύ μικρός στα χρόνια της στρατιωτικής θητείας του αδελφού του, επιχειρεί να ανασυνθέσει το πορτραίτο του νεκρού, αλλά και να μιλήσει για την οικογένεια του και τη Γερμανία του πολέμου και της ανοικοδόμησης.

Ο πατέρας βετεράνος του Α’ΠΠ, αυτοδημιούργητος γουναράς και η μητέρα του κόρη αστικής οικογένειας, μειλίχια, υποστηρικτική και δυναμική όταν χρειάστηκε, μέχρι το τέλος του πολέμου, ενστερνίζονται και υπερασπίζονται την Χιτλερική Γερμανία, τις επιλογές της και τις οικογενειακές θυσίες. Η εθνοκάθαρση και τα εγκλήματα πολέμου, θάβονται κάτω από τόνους ιστορικών δακρύων, για όσα υπέστη η Γερμανία αλλά και το σθένος να αναδημιουργηθεί από τις στάχτες της, μετά το 45. Οι συναντήσεις του πατέρα με παλαιούς συντρόφους και η βοήθεια επιλεκτικά σε όσους πολέμησαν, μια άτυπη δικτύωση,  συνέχεια του ναζιστικού καθεστώτος, με τη μορφή της αδερφοσύνης μετά τον πόλεμο, των παλιών συντρόφων, ξενίζει και ταυτόχρονα συγκινεί. Η ήττα με το βαρύ επιτόκιο της ενδυναμώνει τους επιζώντες με τον ίδιο τρόπο που τα επώδυνα και επαχθή μέτρα της συνθήκης των Βερσαλιών δημιούργησαν, οδήγησαν τελικά στην Χιτλερική Γερμανία, που υποσχέθηκε ανόρθωση του εθνικού φρονήματος (οι όποιες ομοιότητες με το δημοψήφισμα του 15, εναντίων της κακής ΕΕ, δεκτές).

  Ο Τιμ παιδί ουσιαστικά της μεταπολεμικής Γερμανίας, αντιδρά στον πατέρα του, που ζει από το θαύμα της μεταπολεμικής Γερμανίας αλλά αδυνατεί να προσαρμοστεί. Γνωρίζει το τζην παντελόνι, τον Έλβις και τα μακριά μαλλιά. Στρέφει το πρόσωπο του μακριά από όσα πρέσβευε η παλιά Γερμανία και Ευρώπη. Όλα αυτά για τα οποία ο μεγαλύτερος αδελφός του ξεψύχησε ακρωτηριασμένος σε ένα νοσοκομείο εκστρατείας στην Ρωσία. Ταυτόχρονα η φθορά του άλλοτε πατέρα-ηγέτη-δυνάστη και η επαναφορά στο προσκήνιο της μητέρας, από τις σκιές, προικισμένη με το προαιώνιο ένστικτο της εργατικότητας και της επιβίωσης, αλλάζουν τη σελίδα, για να οδηγήσουν στην Ευρώπη, της χειραφέτησης και της οικονομικής ευμάρειας. Η μεγαλύτερη αδελφή του θα χαθεί με τελευταίο έρωτα της, έναν Εβραίο, δείγμα οτι οι καιροί αλλάζουν, οτι το φυλετικό δηλητήριο έχει στερέψει, όμως ο Τιμ θα παραμείνει προδότης για τον πατέρα του.

  Οι αξίες του πατέρα του, είναι ανάλογες αυτών των συντρόφων του στα αριστερά κόμματα, τα επόμενα χρόνια. Τα άκρα είναι τόσο κοντινά. Η Γερμανική κοινωνία μεταπολεμικά δυσκολεύεται να αποδεχτεί ακόμη και την ύπαρξη των εγκλημάτων πολέμου, των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Δεν ξέρω λέει η μητέρα του, σιωπώ, λεει ο πατέρας, δεν απαντώ λέει η αδελφή. Η αντιστοιχία με τις αριστερές πεποιθήσεις του συγγραφέα και το παραπέτασμα σε όσα έκανε το κόμμα για το καλό μας στην ΕΣΣΔ και το ανατολικό μπλοκ, είναι τόσο κοντινά, τόσο όμοια. Το κοινό καλό, το κόμμα, το Έθνος, ειδωμένα μέσα από την ματιά ενός ανθρώπου, που από αντίδραση φτάνει στο άλλο ιδεολογικό άκρο. Όμως η σκέψη του αδελφού του, μέσα από την οικογενειακή συγχρώτιση, του καταρρίπτει τα δεδομένα, του ναζί, σκληρού εγκληματία. Βλέπει έναν άνθρωπο που θυμάται ως μια γλυκιά παρουσία να έχει πολεμήσει στο σκληρότερο των μετώπων. Ένα ημερολόγιο που σταματά, όταν η απανθρωπιά αντικαθιστά το καθήκον, υποδεικνύοντας τη συνενοχή σε εγκλήματα πολέμου ή απλώς τον αποτροπιασμό, από έναν άνθρωπο, δίχως έφεση στη βία.

  Ο Τιμ ακολουθεί την πορεία της οικογένειας του μετά τον πόλεμο την ίδια πορεία που γέννησε την Μπάαντερ Μάινχοφ αλλά δημιούργησε και το Γερμανικό οικονομικό θαύμα. Τους ανθρώπους που μόχθησαν για το κοστούμι και το αυτοκίνητο για να συνθλίβουν αργότερα απο  τα πολυκαταστήματα και την βιομηχανία που υποχρεώθηκαν να στελεχώσουν. Όλα αυτά τα χρόνια όμως μην μιλώντας για το παρελθόν, εξωραΐζοντας το και ξεχνώντας. Η Γερμανία και η ΕΣΣΔ, δύο χώρες υπεύθυνες για εκατόμβες θυμάτων η μία εως τις 8 Μάιου του 1945 η άλλη ως το 90 παρουσιάζονται σε αυτό το βιβλίο γυμνές απο τα δάφνινα στεφάνια , καθώς ο «αριστερός» Τιμ δεν μπορεί να μισήσει τον Ναζί αδερφό του, όταν τον αναζητά στο Κίεβο, στο στρατιωτικό νεκροταφείο. Ο πόνος του μίσους και των πολιτικών, φυλετικών εμπαθειών, αντικαθίσταται από την βότκα σε μια ερειπωμένη απο τον κομουνισμό Σοβιετική Ένωση.

  Ο Τιμ τολμά να μιλήσει, για την πίστη, έστω και σε λανθασμένα ιδανικά, την αγάπη για την πατρίδα και τον φόβο, μπροστά στο πέρασμα της γραμμής, στην συλλογική ευθύνη για τα εγκλήματα που στιγμάτισαν την Ευρώπη ,στο όνομα του Χίτλερ και του Στάλιν. Από εισαγγελέας και κατήγορος , γίνεται αναθεωρητής μιας μνήμης που το μόνο που έμεινε είναι μερικές τρίχες σε μια οδοντόβουρτσα, γιατί όσο και να θέλει να απομακρυνθεί είναι ο ίδιος, γιος του πατέρα του, όπως και ο αδελφός του. Ενός ανθρώπου που έφτιαξε ο ίδιος το μέλλον του, από το τίποτα και το είδε να ξεθωριάζει , θυσία στις μηχανές της εκβιομηχάνισης, ωραιοποιώντας όσους χάθηκαν στον πιο μάταιο και ανθρωποκτόνο πόλεμο του 20ου αιώνα.

  Μικρό, αλλά μεστό βιβλίο, που σε αφήνει γεμάτο βαθιά συναισθήματα και αμφιβολίες για το ακλόνητο των θέσεων σου, αναφορικά με την πολιτική αλλά και την προσωπική/οικογενειακή ζωή.

«Το τραγούδι του προφήτη»- Paul Lynch (Gutenberg)

 

«Το τραγούδι του προφήτη»- Paul Lynch (Gutenberg)

 


Σκοτάδι προσωπικό, σκοτάδι μιας χώρας, μιας κοινωνίας, μια κατάβαση από το όλον στο τίποτα . Μια δυστοπία που αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε, γιατί είμαστε μακριά. Είμαστε άραγε?

 

Το « Τραγούδι του προφήτη» είναι μια γροθιά στο στομάχι. Συρία, Ουγγαρία 1956, Ανατολική Γερμανία 1953, κράτη ευνομούμενα, κράτη που η ψήφος είχε σημασία μέχρι που η κυβέρνηση αποφάσισε ότι το Κράτος κινδυνεύει και η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης οφείλει να  κυριαρχήσει επι των δικαιωμάτων της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Εδώ η χώρα είναι η Ιρλανδία. Στην Ευρώπη, της οικονομικής ένωσης, των δικαιωματιστών, των συνδικαλιστών και των επιδομάτων. Όλα ξεκινάνε με μια σύγκρουση ανάμεσα σε ένα φοβικό Κράτος  και έναν πατέρα τον Λάρι συνδικαλιστή και οικογενειάρχη που ταλανίζεται ανάμεσα στο συνδικαλιστικό καθήκον και την αγάπη για την οικογένεια. Η μυστική αστυνομία συλλαμβάνει, εξαφανίζει όμως ακόμα υπάρχει πίστη, ότι όλα είναι προσωρινά. Ότι όλοι θα επιστρέψουν. Οτι η καταπάτηση των δικαιωμάτων είναι σχηματική και εφήμερη. Η οικογένεια φοβάται, συσπειρώνεται και περιμένει τον πατέρα που συλλαμβάνεται και εξαφανίζεται. Η Αιλις τραγική μάνα κουράγιο βλέπει τον κόσμο της να διαλύεται. Δεν μπορεί να σταματήσει να ανησυχεί, να ψάχνει και ταυτόχρονα να σημειώνει τις μικρές αλλαγές στην κοινωνία γύρω της. Πως ο κόσμος χωρίζεται σε μέλη του κόμματος και τους άλλους, τους ανεπιθύμητους, τους αναλώσιμους, από τον εργασιακό χώρο, μέχρι τον  κρεοπώλη. Το καθεστώς στοχοποιεί και ζητά συνεχώς νέο αίμα. Απαγορεύει για να προστατεύσει, δίχως αιτιολογία, μόνο με διατάγματα, φιμώνει δικηγόρους και πολίτες, ο χαρακτηρισμός ως αντιφρονούντα σημαίνει απόλυση, σύλληψη, εξαφάνιση.

 

Η Αιλις καρκινοβατεί μεταξύ του σε αρχόμενη άνοια πατέρα της και της υπό διάλυση οικογένειας της. Οι έφηβοι γιοι και κόρη της αντιδρούν, υποκρίνονται και επαναστατούν. Βλέπουν το σκοτάδι, να αλλάζει αρχικά την καθημερινότητα τους και μετά την ουσία της ζωής τους, από την απώλεια του πατέρα και του οικογενειακού αυτοκίνητου, στις απαγορεύσεις κυκλοφορίας και τα σημειώματα για εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα, που σημαίνουν στράτευση ή εξαφάνιση.

Το κράτος αντιδρά, φιμώνει, εξαφανίζει, τρομοκρατεί άμεσα με την αστυνομία, έμμεσα με την τρομοκρατία σε  επαγγελματικό επίπεδο με διορισμούς και στήριξη προσώπων φιλικών στο κόμμα, με την  κομματική καρφίτσα καρφωμένη στο πέτο του σακακιού

Η διάλυση του Σάιμον πατέρα της Αιλις μαζί της στο χρόνο, την τιμωρεί αργά και βασανιστικά κυρίως όμως την αποδομεί. Κάθε απώλεια είναι ακόμη ένα κομμάτι από την ιδανική μικροαστική ζωή της που γίνεται θρύψαλα. Το γκρι που μετατρέπεται σε μαύρο σε ρουφάει μαζί με την γραφή του βιβλίου, οξεία, μεταλλική, δίχως μεγάλες παύσεις,  μικρές ανάσες στο κυνήγι, με εσένα δίπλα στην Αιλις στη θέση του θηράματος. Μικρές διακοπές καθώς περιμένεις μαζί τους την επίσκεψη της μυστικής αστυνομίας. Όταν βλέπεις τους αγνοούμενους να αυξάνουν, το Κράτος να αρνείται το δικαίωμα σου στην ύπαρξη, με την δική του να είναι ο χρυσός κανόνας της επιβίωσης.

 

Η διάλυση μιας κοινωνίας, οι αντιπαραθέσεις, η στοχοποίηση, ο διχασμός ,τα ζήσαμε στη χώρα μας ,το 15, με τον διχαστικό ΣΥΡΙΖΑ, εδώ είναι τόσο γνώριμα και τόσο αδίστακτα. Τα πάντα κονιορτοποιούνται. Ο πατέρας χάνεται στα υπόγεια της μυστικής αστυνομίας. Ο μεγάλος γιος ο Μαρκ, χάνεται με τους αντάρτες, παίρνοντας θέση στον επερχόμενο εμφύλιο, ζητώντας να ζήσει. Η κόρη βυθίζεται στο σκοτάδι της άρνησης, ο μικρότερος γιος, ο Μπέιλι ενηλικιώνεται απότομα πριν χαθεί κι αυτός τραγική φιγούρα σε έναν εμφύλιο που έχει μοιράσει το Δουβλίνο σε ζώνες, έχει παραδοσει την Ιρλανδία βορά ανάμεσα στο Κράτος και όσους ζητάνε μια πιο ανθρώπινη ζωη με το όπλο στο χέρι, με τον υπόλοιπο κόσμο να παρακολουθεί αμέτοχος στην τηλεόραση, το αιματοκύλισμα μιας χώρας. Ένας απλός τραυματισμός του Μπέιλι σε βομβαρδισμό  θα τον οδηγήσει από το χειρουργείο στο νεκροτομείο και τη μητέρα του στην απόγνωση, δίχως φανερή αιτία, γιατί το Κράτος ζητά αίμα.

 

Στο σκοτάδι του τρόμου του εμφυλίου η αδερφή από τον Καναδά τους ζητά να διαφύγουν. Η Αιλις θα αρνηθεί. Ποιόν θα βρουν όταν γυρίσουν πίσω ο άντρας και ο γιος της. Όμως ο θάνατος του μικρότερου γιου της πυροδοτεί την φυγή. Μετανάστες στην Ευρώπη, διακινητές, διεφθαρμένοι υπάλληλοι, παραστρατιωτικοί και ένα μωρό και ένα κορίτσι που συμβολίζουν την δύναμη κ την ελπίδα για το αύριο. Όμως το σκοτάδι όσων έμειναν πίσω κρατά το βλέμμα της Αιλις μακριά από το φως. Η θάλασσα,το ανοιχτό πέλαγος γίνεται η ελπίδα ή το αβέβαιο μέλλον που είναι καλύτερο από το ζοφερό παρόν. 

 

Ο Προφήτης σε συγκλονίζει . Μια κάθοδος στον Άδη τόσο μακρινή και συνάμα τόσο γνώριμη. Οι ειδήσεις γίνονται πραγματικότητα στην χώρα σου. Δεν είναι πια η Συρία. Είσαι εσύ στην πλούσια Δυτική Ευρώπη, έρμαιο ενός εμφύλιου, ενός κράτους δυνάστη που σε στραγγαλίζει, ενός εμφυλίου που οι υπόλοιποι κοιτούν μέσα από τις τηλεοράσεις. Η ζωή σου θρυμματίζεται, άνθρωποι εξαφανίζονται στην λήθη του μυαλού, όπως ο πατέρας της Αιλις χάνεται στην δίνη του Αλτσχάιμερ μαζί με τη χώρα. Οι αναμνήσεις της ζωής του, πληγώνουν την κόρη του, παράλληλα με την δική της οικογένεια, την ζωή της, την δουλειά της που αποσυντίθεται κάτω από ένα καθεστώς που ζητά αίμα. 

 

Ένα βιβλίο γροθιά στο στομάχι, στον εφησυχασμό του Δυτικού. Η Γάζα κ η Συρία δίχως θρησκευτικό έρεισμα, μια σύγκρουση ανάμεσα σε ένα ολοκληρωτικό κράτος που προέκυψε από μια δημοκρατία, ίσως μια μετεξέλιξη ενός κράτους με στελέχη τύπου Πολάκη, Παππά, Κωνσταντοπούλου, Βαρουφάκη, Τσακαλώτου, κ Τσίπρα ή Άδωνι, Χατζηδάκη, Βορίδη-διαλέξτε τί σας ταιριάζει, που εξοντώνει τον αντιφρονούντα, δίχως οίκτο και πολλές ερωτήσεις, με τους οπαδους του, στρατιωτικούς, αστυνομικούς, κομματικά στελέχη, σταυροφόρους του Κράτους και της Ορθής Σκέψης του. 

Πόσο αντέχει κανείς; Πότε είναι ο κατάλληλος χρόνος για να αφήσει τα πάντα πίσω και να φύγει; Ποια η σκιά της μνήμης ? Πόσο μετρά η ζωή των ζωντανών και ποια κινητήρια δύναμη προσφέρουν τα παιδιά σε μια μάνα στη δίνη της αποσύνθεσης του κόσμου της.

 

Διαβάστε το βιβλίο, μια κατάβαση σε ένα μονοπάτι που σκοτεινιάζει και γίνεται όλο κ πιο αιχμηρό κ απότομο. Σκίζει ρούχα, παπούτσια, σάρκες και στενεύει τον δρόμο σου,το μονοπατι της επιβίωσης, της λύτρωσης, απαιτώντας να αφήσεις πράγματα, να επιλέξεις και να ελπίζεις . Εκεί που καθετί γνώριμο γίνεται σκιά του εαυτού του. 

Το ευνομούμενο χάνει την έννοια του κ ο τρόμος γίνεται Κράτος. Εκεί στο σκοτάδι είναι ο πυρήνας του Προφήτη. Στην λήθη που θες να σε πάρει αλλά δεν μπορείς γιατί είσαι γονιός και τα παιδιά σου είναι η πυξίδα σου και η ζωή σου. 

Δεθείτε γερά και ταξιδέψτε σε μια φανταστική, Δυστοπική Ιρλανδία τόσο κοντινή στο χάος και τόσο γνώριμη με άλλο όνομα στον καθένα μας. Ο εφησυχασμός μας είναι η τροφή στο τέρας που υφέρπει στο σκοτάδι και αναδύεται για να θυμίσει σε μια κοινωνία δικαιωματιστών, τι σημαίνει στυγνή εξουσία κ επιβίωση.  

«Το τραγούδι του προφήτη» είναι σίγουρα ένα από τα βιβλία της χρονιάς τουλάχιστον για μια δυστοπία που πλησιάζει ή ήδη ζούμε, εσείς αποφασίστε, η σκέψη έρχεται πλέον δεύτερη, οι πράξεις μένουν.

 

«Το ημερολόγιο ενός βιβλιοπώλη»- Shaun Bythell (Key books)

«Το ημερολόγιο ενός βιβλιοπώλη»- Shaun Bythell (Key books)



 Ένα πραγματικό ημερολόγιο καταγραφής της ζωής στο βιβλιοπωλείο-παλαιοβιβλιοπωλείο του Σον Μπάιτελ. Ενός νεαρού, που μετά το πανεπιστήμιο, αγόρασε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο στο Ουίγκταουν , στη Σκωτία (το δεύτερο μεγαλύτερο).

Πόσο συναρπαστική μπορεί να είναι η ζωή σε ένα χώρο γεμάτο βιβλία? Για τους περισσότερους ελάχιστα. Θα προτιμούσαν τη ζωή ενός στελέχους, ενός μπαρίστα, ενός μοντέλου, ενός μεγαλοδικηγόρου, μεγαλογιατρού. Για όσους όμως η μυρωδιά του χαρτιού, το άγγιγμα της πλάτης του βιβλίου, η έκπληξη μπροστά σε μια παλιά έκδοση σημαίνουν κάτι, πολύ. Ο Μπάιτελ, κάνει ακόμη και το λογιστικό κομμάτι της ζωής του βιβλιοπώλη, να έχει ενδιαφέρον. Ο ισολογισμός εσόδων, εξόδων, τα ενθαρρυντικά ή αποθαρρυντικά μηνύματα από τη λογίστρια, το ψάξιμο για εποχιακούς συνεργάτες, η επαφή με πλανόδιους μεσάζοντες στην πώληση παλιών βιβλίων και κύρια η ανίχνευση παλιών αξιόλογων βιβλίων σε βιβλιοθήκες προς πώληση. Εκεί είναι το ένα από τα δύο πιο όμορφα, ανθρώπινα, δημιουργικά και ζωντανά τμήματα του βιβλίου. Οι περιπέτειες με ένα παλιό βανάκι, σε βιβλιοθήκες συνταξιούχων, που ελπίζουν σε ένα τελευταίο εφάπαξ, χήρων που δεν θέλουν πια να θυμούνται, όσα έχουν συνδέσει με αναμνήσεις, παιδιών που αποχωρίζονται ο,τι σήμαινε τη ζωή για τους γονείς τους. Μια ιστορία ανακαλύψεων, αποκαλύψεων, ένα «Χάρτινο σπίτι» (Ντομίνγκεζ) στην πραγματική μορφή του, μια ανασύσταση προσωπικοτήτων από τις βιβλιοσυλλογές τους. Το πέρασμα από κιτρινισμένα, λερωμένα φύλλα, σε ξεχασμένες εκδόσεις ή καλοδιατηρημένα βιβλία, με σκοπό να γίνουν το αποκούμπι σε μια δύσκολη στιγμή. Από ταπεινά σπιτάκια σε επαύλεις ή μοντέρνα διαμερίσματα και λοφτ, παντού υπάρχει μια συλλογή βιβλίων με την ιστορία της. Κάπου εκεί το λιγοστό παζάρι με τον πωλητή, η ανθρώπινη πλευρά του αγοραστή βιβλιοπώλη, όταν βλέπει ανάγκη και μπορεί να βοηθήσει. Η απομυθοποίηση της πρώτης έκδοσης, για βιβλία μαζικής κυκλοφορίας βλπ Χαρι Πότερ, η πληροφόρηση για βιβλία συλλεκτών που εμάς θα μας αφήναν αδιάφορους βλπ τα βιβλία για τους Βρετανικούς σιδηρόδρομους.

Ο Μπάιτελ μιλά για την αγάπη του για τα βιβλία, για την παλιά γενιά βιβλιοπωλών με τους έντυπους καταλόγους πριν την έλευση του Αμαζον, του ιντερνέτ και των εξειδικευμένων σαιτ, τους κυνηγούς βιβλίων που τα μεταπωλούσαν και τη χαμένη σε μερικά χρόνια τέχνη του παλαιοβιβλιοπώλη με γνώσεις, όπως και σε αντίστοιχα είδη βλπ Βινύλια. Μας μιλά για το παλαιοβιβλιοπωλείο του, ένα οργανισμό ζωντανό, με τον ίδιο ,την ιδιόρρυθμη, χίπισσα, νου ειτζ υπάλληλο του Νίκι που διαφωνεί και αυτενεργεί αλλά αποτελεί και τη πιο πιστή του φίλη. Τις μερικής απασχόλησης φοιτήτριες που δίνουν άλλο τόνο και χρώμα στο βιβλιοπωλείο με τη νεανική τους διάθεση. Τη σύντροφο του, που τον ακολουθεί στις δημοπρασίες, όταν δεν ασχολείται σε Λονδίνο και Η.Π.Α με ταινίες. Τους φίλους του, που έρχονται και φεύγουν με μόνο σκοπό το πολιτιστικό φεστιβάλ του Ουιγκταουν, με κύριο θέμα τα βιβλία, μια εκδήλωση που από τοπικής εμβέλειας κατέληξε να κάνει το Ουιγκταουν γνωστό στον πολιτιστικό χάρτη της Μ. Βρετανίας με εμβέλεια πολύ έξω από τα σύνορα της Σκωτίας. Κινητήριος άξονας, η αγάπη για το διάβασμα, δίχως σνομπισμό, η αγάπη και η έκπληξη για την επόμενη έκδοση, το κυνήγι για το σπάνιο αλλά και για το ξεχασμένο και πάνω από όλα η ανθρώπινη επαφή, ο διάλογος, η ανταλλαγή πληροφορίας, που σηματοδοτεί η ανάγνωση και το μοίρασμα της με άλλους φίλους του βιβλίου. Ο μυστικός κώδικας που σηματοδοτεί η μύηση στο βιβλίο και την μουσική, η ελευθερία στη σκέψη, η αποδοχή του διαφορετικού και το μικρόβιο της φιλανανγωσίας, μεσα από καθημερινές ισοτρίες.

Το δεύτερο κομμάτι του βιβλίου, που το καθιστά μοναδικό, η περιγραφή των πελατών και των σχέσεων τους με το κατάστημα. Εποχιακοί, συνδρομητικοί, τουρίστες και περίεργοι, όλοι είναι εκεί. ‘Άνθρωποι που θα μπουν για να ζεσταθούν από τη βροχή ή για να διαμαρτυρηθούν για το κρύο στο βιβλιοπωλείο (παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Σον να αποκαταστήσει τη θέρμανση και μόνωση). Άνθρωποι που θα ζητήσουν έκπτωση στην προσφορά. Άνθρωποι που θα ζητήσουν να αγοράσουν το βιβλίο στην αρχική αναγραφόμενη τιμή που ίσως είναι σε νομίσματα ακόμη και εκτός κυκλοφορίας. Όσοι πουλάνε και δεν ικανοποιούνται από την τιμή που τους δίνεται, γιατί είναι πεπεισμένοι ότι έχουν μοναδικά κομμάτια. Πελάτες που πετάνε από την χαρά τους γιατί ανακαλύπτουν βιβλία που τα ψάχνουν χρόνια, ή τους φέρνουν σε επαφή μέσω σημειώσεων και αφιερώσεων με το παρελθόν τους ή της οικογένειας τους. Το βιβλιοπωλείο είναι ένα χωνευτήρι αναμνήσεων και στιγμών που διαφυλάττει, με τα βιβλία χάρτινους φύλακες και τον Σον Μπάιτελ ακοίμητο θεματοφύλακα.

Το βιβλίο είναι γραμμένο με την μορφή καθημερινού ημερολογίου, με μερικές πολύ όμορφες λεπτομέρειες, που τονίζουν την αλλαγή ανάμεσα στο φυσικό και το ηλεκτρονικό εμπόριο και σε κάνουν συμμέτοχο στην αγωνία αλλά και τις όμορφες στιγμές του παλιο βιβλιοπώλη. Έτσι διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, λειτουργώντας σαν ένα ζωντανό χρονικό μια επιχείρησης αλλά και μας τέχνης που χάνεται.

«Το ράμα» -Γιάννης Σιδεράκης (Οξύ)

 «Το ράμα» -Γιάννης Σιδεράκης (Οξύ)



Το ραμα ενώνει δυο κομμάτια γης , χωρίζει δυο θάλασσες, είναι τόπος προσκυνήματος και δεσίματος, εκεί που τρέχει η μοτοσυκλέτα, ανεμίζει το μαλλί, ο δρόμος είναι μια ευθεία με τη θάλασσα συμπαραστάτη και το ροκ ν ρολ από ιδέα και ήχο να γίνεται γήινη μυρωδιά και να αποκτά υπόσταση. 

Στο χώρο αυτό τοποθετεί ο Σιδεράκης το νέο του πονημα. Μια ιστορία, τριών γενιών, εν μέσω υποσχέσεων , απογοητεύσεων με κοινούς τόπους, την αγάπη για τις μοτοσυκλέτες, το δρόμο και το ροκ ν  ρολ. Ήρωας του ο Ροκάς, ένας φίλος που όλοι εμείς οι ροκερς η ροκάδες είχαμε, έχουμε, θα έχουμε. Επανάστασης συνειδητοποιημένος, όχι με μολότοφ αλλά με την ψυχή και τις πράξεις του. Περιθωριοποιημένος αλλά και σεβαστός γιατί είναι ένας γνήσιος εραστής, της μοναξιάς και της μηχανής που διατρανώνει με κάθε πράξη του, δίχως φανφάρες, με ταπεινότητα, εξοβελισμένος από την μάζα, στο περιθώριο, μιας άψυχης, άνευρης κοινωνίας,  την πίστη του, στον άνθρωπο, την μουσική, το όνειρο. Όλοι έχουμε τέτοιους φίλους, κάποιοι χάθηκαν στην αχλή του χρόνου και των υποχρεώσεων, κάποιους τους αφήσαμε να φύγουν, έρμα στην ανοδική πορεία του αερόστατου μας, που ξεφούσκωσε από τις δυσκολίες και τις κακουχίες της ενήλικης ζωής. Αυτοί ήταν εκεί να μας θυμίζουν τα ωραία και να τείνουν χείρα βοήθειας, δίχως να ζητάνε τίποτα παραπάνω από μια κουβέντα στη μπάρα και μια βόλτα με τη μηχανή, την παρέα και την ανθρωπιά που χάσαμε στις πόλεις της ασφάλτου και τα αγροτικά συλλαλητήρια για τα ευρώ δάνεια.

Ο Γιάννης Σιδεράκης, δεν είναι λόγο πλάστης , δεν είναι κάτι άλλο από την αγνή πάστα των λογοτεχνών που μιλάνε για πάθη. Αν έχετε αγαπήσει Μυριβήλη και Καραγάτση, έχετε εδώ ένα παιδί τους. Λαϊκό όχι λαϊκίστικο, γνήσιο, μιλά με λέξεις απλές, όχι απλοϊκές, όχι περίτεχνες, δίχως τον αέρα των λογοτεχνικών σαλονιών και των ενθέτων στις Κυριακάτικες εφημερίδες. Μιλά για καταστάσεις γνώριμες, τα όνειρα για μια δική μας δουλειά, το μαχαίρι στο λαιμό από τα χρέη, τις κλειστές πόρτες, την απέλπιδα προσπάθεια να δανειστείς, να βρεις ένα χέρι βοήθειας, που θα έρθει από αυτόν με τα λιγότερα, αυτόν που πιστεύει στον άνθρωπο και οχι στα ομόλογα και τα προσύμφωνα, τον Ροκά, τον γνήσιο άνθρωπο.



Ο συμβολισμός της μηχανής στη ζωή ενός ανθρώπου, που τον  ξεπερνά ο χρόνος και ο χώρος αλλά αυτός γερνά άθικτος στην πατίνα του, με μόνη αγάπη τη μηχανή και τη μουσική είναι κατανυκτικός. Πρέπει να έχεις περάσει βραδιά στη μπάρα του παλιού Stand ( μέχρι το 90) στα Εξάρχεια, να έχεις ξενυχτήσει με τη μηχανή ή το λεωφορείο στην άκρη της θάλασσας σιγοτραγουδώντας το ροκ της γενιάς σου για να νιώσεις την μπίρα ,το αλάτι και τα λάδια να σου καίνε τη ματιά και να σκοτεινιάζουν την αυγή, πριν η μουσική και ο ήχος της μοτοσικλέτας γκρεμίζουν τα ψεύτικα τείχη που υψώνουν κόμματα και καριέρες που καταλήγουν σε κενές ματιές και υποταγή.

Τρεις γενιές, ο σύνδεσμος, μια κόκκινη μοτοσυκλέτα, που δεν πούλησε ποτέ πολύ και ήταν δύσκολη σε όλα ακόμα και στο να βρεθούν ανταλλακτικά και ένας άνθρωπος που εν γνώση του και εν μέρει μέσα στην αδυναμία του, να βρει μια σύντροφο, αναζητεί σε αυτή το νόημα της ζωής του. Η ίδια το ανταποδίδει, ένας φόρος τιμής στην Κριστίν του Στίβεν Κινγκ έστω και άθελα του.

Η ιστορία, της επαρχιακής πόλης, που η πρώτη βόλτα με μηχανή με τον Ροκά οδηγό και αγρίμι στην μικρή επαρχιακή πόλη, δαχτυλοδειχτούμενο, καταλήγει σε περιπέτειες για ανταλλακτικά στην Ιταλία, από έναν Άνθρωπο που μέσα στην αδυναμία του να συνδεθεί με άλλους ανθρώπους, λατρεύει το μόνο πράγμα που του ανταπέδωσε αγάπη. Ξεπερνά τα όρια, της γλώσσας, του φόβου για το άγνωστο και με οδηγό την αγάπη του για την μοτοσυκλέτα του, στα πριν το διαδίκτυο χρόνια, ζει την δική του Οδύσσεια, με μόνη σκέψη-οδηγό να βρει σε μια άγνωστη χώρα, μια άγνωστη γλώσσα τα ανταλλακτικά για τη μοτοσυκέτα του. Η αγάπη για τα δίτροχα, που μαζί με την καλοσύνη των ξένων θα τον ανταμείψει, σε ένα κεφάλαιο, πραγματικό διαμάντι για το βιβλίο- δυσκολονόητο για τη νέα γενιά των ονλαιν παραγγελιών, τόσο γνώριμο για τις παλιοσειρές του 20ου αιώνα. Ο Σιδεράκης παρακολουθεί, περιγράφει, εμπλέκεται και συγκλονίζει με την αγάπη του στον Ροκά, για όσα σημαίνει και όσα ο ίδιος κάνει, δίχως να ζητά αντάλλαγμα με οδηγό την πίστη στον άνθρωπο και στο Θεό. Μια βαθιά εσωτερική πίστη, στην καλοσύνη του ανθρώπου και του σύμπαντος, πίστη στην δύναμη πέρα από εμάς. 

Το φθαρτό του  Ανθρώπου δεν τον εμποδίζει να ψάξει για το καλύτερο για την μηχανή του, η ιδέα ότι το εργαλείο του 70, θα συνεχίσει να τρέχει στους δρόμους, ζωντανό,  με τον γιο του φίλου, του, ακόμη στο δημοτικό. Η ανάγκη της συνέχειας και του να αφήσεις κάτι ζωντανό για εσένα, σε αυτούς που θα το φροντίσουν. Ο θάνατος είναι μια στιγμή μετάβασης ή ένα τέλος, αλλά για τον Ροκά και τους φίλους του είναι μια ακόμη στιγμή στην πίστα της ζωής, ένας φόρος τιμής από και προς έμψυχα και «άψυχα» πράγματα.

Μακριά από ψυχαναλυτικές θεωρίες και φιοριτούρες των λογίων των σαλονιών, μακριά από ταξικές δομές και κομματικά τσιτάτα, δίχως τα κολλήματα της ροκ κουλτούρας και κοινότητας, ο Γιάννης, μιλά για το τέλος του Ροκά, και θυμίζει άθελα του το τέλος του Quadrophenia , εκεί που ο χωρισμός του Τζίμη από τη βέσπα του, αφήνει τα πάντα στο κενό. Εδώ δεν έχουμε ηρωικό τέλος όπως στον ξένοιαστο καβαλάρη, ο καρκίνος, εξισώνει τους πάντες, αλλά ο Ροκάς, χαμόγελά ξέροντας ότι η κόκκινη μοτοσυκλέτα του, θα συνεχίσει να ταξιδεύει.



Η κόκκινη μοτοσυκλέτα του Ροκά, και μετα θάνατον έχει μια θέση στον μύθο των δρόμων, που συνεχίζει, με τον φίλο του Ροκά και τον γιο του, να την βγάζουν έξω  στο δρόμο, να καίει λάδι και βενζίνη, μέχρι να βρει τον επόμενο αναβάτη που θα του χαρίσει την αγάπη της. Γιατί ο σκοπός της είναι να τρέχει στον ανοιχτό δρόμο και να χαρίζει το γουργουρητό της σε ελεύθερες ψυχές έστω για λίγο μακριά από τη μιζέρια της καθημερινότητας.

Το βιβλίο είναι άνισο και επικίνδυνο σαν κινούμενη άμμος. Σε ξεγελά και σε αρπάζει, σε βυθίζει μέσα του, σε σκίζει και σου θυμίζει τι ήσουν, τι έγινες, τι άφησες, σου θυμίζει απογοητεύσεις, ανθρώπους που σου γύρισαν την πλάτη και τι, ποιος έμεινε δίπλα σου, όταν όλα ήταν μαύρα. Κόντρα στην εποχή της ψυχανάλυσης, θυμίζει ότι ο δρόμος και η μουσική αποτελούν το αποκούμπι  των απανταχού ελεύθερων πνευμάτων και όπως λέει ο Ροκάς αν η μουσική ήταν ταχύτητα θα ήταν τρίτη.

Βάλτε λοιπόν τρίτη κι ταξιδέψτε με τον Σιδεράκη, θυμηθείτε μοτοσυκλέτα, μουσικές, φίλους, απογοητεύσεις και δόξες. Βάλτε δυνατά το glory days του Springsteen, το don’t make them like you  any more του Gallagher κ κλείστε με το τραγούδι που θα παίζει όταν εγώ περάσω το Ραμα (με αμάξι, γιατί ούτε με ποδήλατο δεν τα πάω καλά) iron horse Motörhead

On Iron Horse he flies

On Iron Horse he gladly dies

Iron Horse his wife

Iron Horse his life 


Σε ευχαριστούμε Γιάννη, γιατί θυμίζεις βραδιά που πέρασαν, ανθρώπους που αφήσαμε η μας άφησαν και πάνω από όλα για την καθαρότητα της ματιάς  σου. Keep on rocking and writing brother, ένα βιβλίο για τους πραγματικούς μηχανόβιους και όχι τις δηθενιές τύπου sons of anarchy.

Η παρουσίαση αφιερώνεται στον σχολικό φίλο και αυθεντικό Ροκά της δίκης μου παρέας, Τάκη Μαρκίδη που συνεχίζει να ζει το ροκ ν ρολ σαν τρόπο ζωής , δίχως φτιασίδια, γνήσιος, πληρώνοντας τους λογαριασμούς του, με χαμόγελο και βαριά riff και την δική του κόκκινη μοτοσυκλέτα σύντροφο, στα ταξίδια.

https://brainfood.gr/proion/to-rama/


Song of the week-Lita Ford performs “Close My Eyes Forever” the day after Ozzy Osbourne’s death

  Lita Ford performs “Close My Eyes Forever” the day after Ozzy Osbourne’s death  From KK’s Steel Mill, Wolverhampton, July 23 2025 | Presen...