Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ταινίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ταινίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Quentin Tarantino, "Κινηματογραφικοί στοχασμοί"

 

Quentin Tarantino, "Κινηματογραφικοί στοχασμοί"


 

Τι δείχνει η βία στον "Ταξιτζή" και στο "Όταν ξέσπασε η βία"; Μιμείται καλά ο Μπράιαν ντε Πάλμα τον Χίτσκοκ; Γιατί είναι σπουδαίος κριτικός κινηματογράφου ο Κέβιν Τόμας, και πώς σχετίζεται με τον παραγωγό Ρότζερ Κόρμαν;

Αυτές κι άλλες παρόμοιες ερωτήσεις περί κινηματογράφου απαντά ο Κουέντιν Ταραντίνο στο έργο του, "Κινηματογραφικοί στοχασμοί". Βιβλίο εν μέρει για μεμονωμένες ταινίες και την ιστορία της παραγωγής τους, εν μέρει για την παιδική και εφηβική ηλικία του σκηνοθέτη και την εξέλιξή του σε σινεφίλ, εν μέρει για την ιστορία του αμερικάνικου κινηματογράφου μετά τη δεκαετία του εξήντα.


 

Ο Ταραντίνο αξιολογεί ταινίες, κάνει εκτεταμένα αφιερώματα σε ορισμένες και πιο σύντομες αναφορές σε άλλες, μιλά για τη μητέρα του, που συνήθιζε να τον πηγαίνει να δει κάθε είδους φιλμ, όταν ήταν παιδί, για το κίνημα του νέου Χόλιγουντ και τη διαφορά των Σπίλμπεργκ, Κόπολα και Λούκας από τα έργα που αυτό έβγαλε.

Με ένα στιλ ζωντανό και άμεσο, σαν να μιλάει απευθείας στον αναγνώστη για τη μεγάλη του αγάπη, τον κινηματογράφο, ο Ταραντίνο διδάσκει διασκεδαστικά κινηματογραφική ιστορία και κάνει, επίσης ωραία, κινηματογραφική κριτική, δείχνοντας τιςκαλλιτεχνικές του αρχές, αλλά και τις αξίες του


 

Οι "Κινηματογραφικοί στοχασμοί" είναι ο Ταραντίνο ως δημιουργός και ο Ταραντίνο ως άνθρωπος. Είναι ένα βιβλίο που μας δίνει τη δυνατότητα να γνωρίσουμε καλύτερα έναν δημιουργό με ξεχωριστό στιλ, τεράστια γνώση της ιστορίας της τέχνης του και ακόμη μεγαλύτερο πάθος γι'αυτή.

 

Μαρία Θωμαίς Μπασμπαγιάννη

Αλ Πατσίνο "Sonny Boy: A Memoir"

 Αλ Πατσίνο "Sonny Boy: A Memoir"



Στο "Sonny boy" ο Αλ Πατσίνο διηγείται τη ζωή του, για την ακρίβεια
τα σημαντικότερα γεγονότα της, που τον διαμόρφωσαν και τον
σημάδεψαν για πάντα. Ο Πατσίνο θυμάται πρόσωπα και τόπους,
εκδηλώσεις και οικογενειακές συζητήσεις, φίλους και
συμπρωταγωνιστές. Άλλους τους θυμάται με τρυφερότητα και θρηνεί την
απώλειά τους, κι άλλους θα προτιμούσε να μην τους είχε γνωρίσει
ποτέ. Ο Πατσίνο μιλά για όσα του έκαναν και για στιγμές που τον
έκριναν, μα ταυτόχρονα κρίνει ο ίδιος τον εαυτό του, κι αξιολογεί
αποφάσεις και πράξεις του.


Το Μπρονξ της δεκαετίας του πενήντα, το Χόλιγουντ της δεκαετίας του
εβδομήντα, η μετάβαση από το ένα στο άλλο, οι συνεντεύξεις κι οι
τελετές βράβευσης, η Lady Gaga και ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, ο Φράνσις
Φορντ Κόπολα και ο Μάικλ Μαν, παρουσιάζονται από τον Πατσίνο σε
αυτό το βιβλίο, ως φίλοι και συνάδελφοι, όχι ως διάσημοι ηθοποιοί
και κινηματογραφιστές. Κι ο ίδιος ο Πατσίνο εδώ παρουσιάζεται
ολοκληρωμένα, ως άνθρωπος με τα προτερήματα και τα ελαττώματά
του, τα ταλέντα του, τα χόμπι του και τους φόβους του. Κι είναι αυτό
που αποτελεί το καλύτερο χαρακτηριστικό αυτού του έργου.


Ο κινηματογράφος και το θέατρο ιδωμένος από τα παρασκήνια,
θρυλικά και λιγότερο γνωστά φιλμ παρουσιασμένα από ένα απo τα
γνωστότερα μέλη του καστ (κι ας ήταν τότε αφανές). Τραυματικές
εμπειρίες και φιλικές ή ερωτικές σχέσεις, με γνωστά ονόματα αλλά και
ανθρώπους σημαντικούς για λίγους. 


Μια ανασκόπηση στη ζωή ενός από τους γνωστότερους ηθοποιούς του κινηματογράφου, που μας επιτρέπει να δούμε καλύτερα, ποιος είναι ο Αλ Πατσίνο.

Μαρία Θωμαίς Μπασμπαγιάννη

Heavier Trip- A heavy metal movie glory sequence or a heavier disappointment

                           Heavier Trip



Λένε συχνά ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, με τη μορφή φάρσας ,αν δεν προσέξεις. Κάτι τέτοιο συνέβη και με την συνέχεια μιας ταινίας που για πολλούς ήταν το Spinal Tap  των 00ς, Heavier Trip.

Για όσους δεν θυμούνται την μαύρη κωμωδία του Heavy Trip ένα underground Death Metal  σχήμα από τη Φινλανδία, που προβάρει σε ένα σφαγείο, έχει ένα  τραγουδιστή εσωστρεφή, έναν μπασίστα κινητή εγκυκλοπαίδεια της μεταλ σκηνής και όνειρα, καταφέρνει περνώντας δια πυρός και σιδήρου να εμφανιστεί σε ένα φεστιβάλ, μεταφέροντας το φέρετρο με το σώμα του νεκρού ντράμερ τους, φόρος τιμής στην φιλία, την μουσική και την παραδοσιακή μεταλ λογική, «εμείς εναντίον όλων». Με μια σειρά έξυπνες Ιδέες αλλά και εμπλέκοντας τα παιχνίδια ρόλων, τους κατά τόπους λάτρεις των όπλων, την ισλαμοφοβία και την αγάπη για ελευθερία ενάντια στο σύστημα, ο σκηνοθέτης Juuso Laatio, Jukka Vidgren μας έδωσε μια κωμωδία που σε κάνει να γελάς αβίαστα , με τις μεταλ καρικατούρες που δεν γελοιοποιούνται αλλά δίνουν αβίαστα γέλιο, μέσα από τους περιορισμούς τους, τις αντιδράσεις τους και την αντοχή τους στην κακοτυχία. Η σκηνή της «επαγγελματικής» φωτογράφισης του σχήματος, για το ντέμο τους,  με τη βοήθεια των καμερών ταχύτητας και η αλα επικίνδυνές αποστολές πρόσβασης τα αρχεία της τροχαίας, είναι σκηνές κινηματογραφικής ανθολογίας. Αυτά όμως στο Heavy Trip




Σήμερα έχουμε στην οθόνη μας,τη συνέχεια του έργου. Η παρέα είναι έγκλειστη σε απομονωμένες φυλακές, με σκοπό να εκτίσουν την ποινή τους, για όσα έγιναν στην πρώτη ταινία και να επιστρέψουν πιο ώριμοι στην κοινωνία. Σε μια φυλακή που είναι μίξη από Αλκατράζ και παιδότοπο, έρχεται η ώρα που κάνει το κάθε underground σχήμα να σκεφτεί σοβαρά το επόμενο βήμα του. Το κέρδος, η δόξα και η δημοσιότητα, από  έναν ατζέντη που τους προσφέρει μια θέση στο Wacken, απόρροια της δημοσιότητας, όσων συνέβησαν στην πρωτη ταινία. Διαπληκτισμοί, ο φόβος για την επιτυχία και το ξεπούλημα, θα οδηγήσουν το μπασίστα Xytrax  και νυν βιβλιοθηκάριο της φυλακής να ασκήσει βέτο,. Η παρέα κερδίζει και αρνείται το «βρώμικο» χρήμα του ξεπουλήματος στην εμπορικότητα των μεγάλων φεστιβάλ-πρώτο κλισέ-. Όμως ένα οικογενειακό συμβάν που απαιτεί χρήματα, γιατί οι κακές τράπεζες, -δεύτερο πλουτοκρατικό κλισέ-, απαιτούν το σφαγείο (κ προβάδικο) και το σπίτι του κιθαρίστα. Η οικογένεια και  πάλι οδηγεί το σχήμα σε μια απόδραση που θα μπορούσε να είναι άνετα σε ταινία του Λουί ντε φίνες ή του Βεγγου, μπουφονική, αγχωτική και με ακραίες κατατάσσεις. Η συνέχεια εν μέρει κωμική ,εν μέρει αφόρητα κλισέ. Οι IMPALED RECTUM συναντούν τους ήρωες τους που έχουν ξεπουληθεί στο μάνατζερ και είναι ουσιαστικά μουσικοί-μαριονέτες, που εξαρτώνται από τη μισθοδοσία. Σε ένα διαρκές κυνηγητό με την πρώην δεσμοφύλακα, νυν κυνηγό, κομάντο που θέλει στην κυριολεξία τα σκαλπ τους, οι IMPALED RECTUM συναντάνε σε μια εμπνευσμένη σκηνή, ένα μαγαζί με ροκ μεμοραμπίλια, που σατιρίζει εύστοχα τις εμμονές των μεταλλάδων, ανταποκρίνονται στις «ντροπιαστικές» ενοχές τους, ο «αντεργκραουντ» μπασιστας λατρεύει τις ΒΑΒΥ METAL, δείχνοντας ότι δεν είναι τα πάντα σκοτεινά. Η φιλία τους δοκιμάζεται, όταν ηχογραφουν το πρωτο brutal death metal single τους το "Prisoner of Flesh", που ο ατζέντης  Fisto κ ο μηχανικός ήχου μετατρέπει σε ένα μοντέρνο  melodic deathcore τραγούδι με ηλεκτρονικά στοιχεία και το μετονομάζουν σε "To Die For». Όταν το ανακαλύπτουν, διαφωνούν και το σχήμα διαλύεται από τον κακό ατζέντη που θέλει μόνο τον τραγουδιστή Turo. Αυτός, ανάλγητος και φιλοχρήματος, θα  βγάλει τον Turo επι σκηνής με μια πληρωμένη μπάντα να τον υποστηρίζει φορώντας το καπέλο του Lemmy για μεγαλύτερη βαρύτητα. Κλισέ, με γνήσιους και ξεπουλημένους μουσικούς, χρήματα που κλείνουν σπίτια και εξαγοράζουν συνειδήσεις, τραγούδια που μεταλλάσσονται χάρη τη εμπορικότητας ,εν αγνοία των μουσικών, στο στούντιο και ένα τέλος που πραγματικά θέλει φαντασία για την κακογουστιά του, συνδυάζοντας τον Μπατμαν με τους μπλουζ μπράδερς σε ένα λασπωμένο και κρύο Wacken.


Το Heavier Trip είναι ουσιαστικά μια ταινία μουσικής καταδίωξης και ωρίμανσής. Το αντεγραουντ γίνεται πλέον αναγνωρίσιμο, οι ήρωες αποκαθηλώνονται, φιλίες και εμμονές αλώνονται, αλλάζουν και ωριμάζουν δίνοντας τη μορφή τους σε κάτι διαφορετικό, πιο γήινο αλλά οχι αναγκαστικά πιο ώριμο. Πατώντας στο κλασικό μοτίβο των μπλουζ μπροδερς. Η λύτρωση έρχεται μέσα από την φιλία, την πίστη στη μουσική και το υψωμένο μεσαίο δάχτυλο στον Κύριο, στο Κράτος, Το Κεφάλαιο, όπως θέλετε πείτε το ,την Εξουσία. Ο παιδαριώδης τρόπος και τα μάλλον άκομψα αστεία ευτελίζουν και κουράζουν μαζί με τα ψευτο φιλοσοφικά, διλλήματα. Η ακεραιότητα των IMPALED RECTUM μπροστά στη διεφθαρμένη μουσική σκηνή, τα μεγάλα φεστιβάλ, που λιώνουν τον καλλιτέχνη για το κέρδος, η ρομαντική προσέγγιση απέναντι στο μουσικό γίγνεσθαι, γρήγορα γίνονται γραφικά γιατί το επιφανειακό των χαρακτήρων δεν αντέχει να στηρίξει κάτι παραπάνω από ένα αστείο, που αναμασιέται και ξαναζεσταίνεται, με πολύ λιγότερες στιγμές λάμψης .Αν με ρωτήσετε ,θα σας πρότεινα να δείτε την ταινία χωρίς απαιτήσεις. Σίγουρα δεν θα έχει την τύχη του πρώτου μέρους και θα ξεχαστεί εξίσου ευκολά, με τον τρόπο που γράφτηκε το σενάριο, σαν ένα συνονθύλευμα εύκολων αστείων και ιδεωδών, που έχουν ξεπεραστεί από την ίδια τη κοινωνία μέσα στην οποία δρουν, ανήκουν, μεγαλώνουν και εν μέρει περιθωριοποιούνται οι όποιοι IMPALED RECTUM .



Metal Lords- Heavy metal the American way- Or No metal et all-Metal goes NetFlix


 Η μεταλλική φιλμολογία, μυθολογία, έχει αρκετές ταινίες στο ενεργητικό της. Ξεκινώντας από την απόλυτη metal ταινία το Spinal Tap για ένα σχήμα που μέσα από την άνοδο και την πτώση του, περιγράφεται με κωμικό τρόπο, όλη η σκηνή των 80ς, με τις εκκεντρικότητες, την ηλιθιότητα, την αφέλεια και την πίστη και την αγάπη στην μουσική αλλά και το καλάμι των «φτασμένων « μουσικών. Υπάρχουν ταινίες -θρίλερ-παρωδίες όπως το Trick or treat-(με συμμετοχή του Ozzy) με τον μέσο μεταλλά, οπαδό, να αποτελεί το μαύρο πρόβατο της σχολικής κοινωνίας, γιατί αρνείται να ενσωματωθεί-Σας θυμίζει κάτι άραγε? Πιο σοβαρές ΄πως το Sound of metal για τον μουσικό και τις παράπλευρες απώλειες που έχει η μουσική στην υγεία και τη ζωή του. Ταινίες ανθρώπων που αρνούνται να ενηλικιωθούν The roadie, The rocker και αγγίζουν τα όρια της φάρσας, κωμικές ταινίες που αναγνωρίζουν τα κλισέ και τους περιορισμούς του Heavy metal και το αποδομούν εκ των έσω, δείγμα των πραγματικών φίλων και ακολούθων της μουσικής αυτής, όπως το εκπληκτικό The heavy trip ή πιο σκοτεινές που αγγίζουν την ψυχολογία του θεατή με την λυτρωτική δύναμη της μουσικής ακόμη και να αυτή αποτελεί επίσης έναν τρόπο να απομακρυνθείς και να απομονωθείς -The metalhead.

Οι περισσότερες ταινίες για την μεταλλική κοινότητα, αφορούν τα κλισέ του είδους και ευτυχώς στερούνται σοβαροφάνειας. Το heavy metal εξ αρχής είναι πρωτίστως ψυχαγωγική μουσική και τα στερεότυπα του, είναι σαν τα κασκόλ των ποδοσφαιρόφιλων , χρήσιμα για αναγνώριση και μόνο. Ο πραγματικός μουσικόφιλος, ενηλικιώνεται, μα κρατά τις μεταλλικές του ρίζες και συνεχίζει να απολαμβάνει την μουσική, ελαχιστοποιώντας τα στερεότυπα. Για κάποιους ο εναγκαλισμός με την κλειστή ομάδα των μεταλλάδων αποτελεί τον δικό τους τρόπο διαφυγής από την πραγματικότητα και εκεί αρχίζουν τα ευτράπελα. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία, που έχει οδηγήσει ευρέως την μεταλλική κοινότητά στην γραφικότητα και την περιθωριοποίηση, γιατί κανείς δεν ανέχεται τον εστετισμό της. Μια μορφή κοινωνικού ρατσισμού, αμφίπλευρη, με τους μεταλλάδες συνήθως στην πλευρά των χαμένων.

Το Metal lords, μια netflix heavy metal ταινία, με ο,τι αυτό συνεπάγεται, προσπαθεί να δείξει σοβαροφάνεια. Επιστρατεύει τον παραγωγό του, το πολύ καλό κιθαρίστα Tom Morello (RATM, AUDIOSLAVE) και την βαρύτητα του, ειδικά στην Αμερικάνικη μεταλλική σκηνή. Ανάλογη όμως με την στάση του Μορέλο, επαναστάτη που ασπάζεται τα οφέλη του καπιταλισμού, είναι και το ειδικό βάρος της ταινίας. Ο έφηβος ντράμερ Κέβιν που ερωτεύεται τη έφηβη με πιθανή διπολική διαταραχή συμμαθήτρια του/ τσελίστρια Emily και έχει να επιλέξει ανάμεσα στον φίλο και την «γκόμενα». Γιατί ο κολλητός του φίλος Hunter , ένα γνήσιο τέκνο της μεταλλικής κοινότητας με όλη την εικόνα, μακριά μαλλιά, μπλουζάκια με logo σχημάτων, περικάρπια με καρφιά, κιθάρες, δισκοθήκη, αφίσες στο υπόγειο, γιος πλαστικού χειρουργού, παιδί χωρισμένων γονιών. Επαναστάτης που αγαπά τον ακραίο και όχι μόνο (τα ακούσματα του, είναι ένας αχταρμάς από Motley crue μέχρι Darkthrone) ήχο και χρησιμοποιεί την Platinum American Express του μπαμπά για να ολοκληρώσει το μουσικό του όνειρο. Κιθαρίστας, που το metal αποτελεί τρόπο ζωής, αντίδρασης και καπάκι σε μια χύτρα που κοχλάζει. Με την «‘αντικοινωνική» συμπεριφορά του, αποξενώνει τους πάντες και το δικαιολογεί μέσα από την μουσική. Αληθινό, το κάναμε οι περισσότεροί. Αλλά η επανάσταση- η εφηβική αντίδραση στο «κατεστημένο» εκεί στα 15-16 αλλάζει χρώμα και νόημα, γιατί η μουσική από μόνη της δεν μπορεί να πυροδοτήσει μια επανάσταση με βάση δίχως ηθικό βάρος-ιδίως τα βιβλία και το θεωρητικό υπόβαθρο. Εδώ έρχεται ο Μορέλο και κάνει την ταινία, μια συλλογή κλισέ. Ο μεταλλάς κιθαρίστας που μεταμορφώνει τους δύο έφηβους (ντράμερ/τσελίστρια) μυώντας τους στην μουσική με βίντεο από το you tube και spotify, δίχως εξώφυλλα, στίχους κτλπ, μια επιφανειακή προσέγγιση αλλά πραγματική για τη γενιά των 00ς. Το metal ως αναζήτηση ταυτότητας, σε ένα σχολείο που όλοι περνάνε καλά στο πάρτι, εκτός του black metal κιθαρίστα που μιζεριάζει, επίσης πραγματικό και ειδικά αν μιλήσετε με μουσικούς της Νορβηγικής σκηνής , σχεδόν θέσφατο. Ο ήλιος λάμπει για τους άλλους, για εμάς είναι σκοτάδι και ας μην μας προκαλέσει κανείς, προκαλούμε εμείς.

Η παιδική φιλία που θα δοκιμαστεί, η μάχη των συγκροτημάτων που θα γίνει ύστατος σκοπός του κιθαρίστα και θα οδηγήσει σε ρήξη με τον ντράμερ και έτερο πρωταγωνιστή και την συμπαθή τσελίστρια που θυμίζει εν μέρει τους APOCALYPTICA, ξαφνικά ανακαλύπτει την χαρά του headbanging και τα δερμάτινα. Σε μια μικρή κοινότητα, έφηβοι, δίχως προβλήματα και με στοιχειώδεις υπαρξιακές ανησυχίες, καταστρέφονται από την λατρεία και ταύτιση με το φαντασιακό μέρος της μουσικής, ή αποφασίζουν να είναι γήινοι και ρεαλιστές απολαμβάνοντας την μουσική σαν σύνολο, όπως ο Κέβιν. Το τέλος της ταινίας θα είναι ως είθισται θετικό, διδακτικό, με την μουσική να παραμένει κινητήριος δύναμη, αλλά να έρθει η αυτογνωσία μέσα από μια σειρά περιπετειών, που θα συμπεριλάβουν εφηβικούς μουσικούς τοπικούς ήρωες, που έχουν γίνει ψυχολόγοι, τον κλασικό νταή -παίκτη της ομάδας ποδοσφαίρου και χαλαρούς τύπους, που ζουν για τα πάρτι και τις κοπέλες, με την μουσική σαν πάρεργο και μια ονειρική ή ονειρεμένη εμφάνιση της νεοσύστατης μπάντας. Κάπου εδώ η ταινία Metal Lords, θα γίνει πιο γήινη και για το Netflix μιλάμε άλλωστε, πιο κοντά σε μια αγορά εκατομμυρίων, που ο μεταλλάς, είναι ακόμη ένα φρικιό, αλλά εξανθρωπίζεται μέσα από αυτή την ωραία ιστοριούλα, όταν αποβάλλει το corpse paint και μιλά για την αδυναμία του να ζητήσει συγγνώμη. Αλήθειές, ειπωμένες με χονδροειδή τρόπο σε μια ταινία, που θα ξεχαστεί γρήγορα στην μεταλλική μυθολογία/φιλμολογία, όσο και να την προωθεί ο executive producer Morello. Ότι αξίζει είναι η cameo εμφάνιση των Kirk Hammet, Scot Ian, Rob Halford που δείχνουν πόσο πραγματικά ανθρώπινοι είναι οι μουσικοί που λατρεύτηκαν από γενιές, με τον Halford να ηθικολογεί σε βαθμό που θα γελάσεις και μόνο με το άκουσμα της ατάκας του.

Metal Lords, the American away. Μεσοαστοί έφηβοι, δίχως οικονομικά προβλήματα, σε έναν κόσμο δίχως πολέμους, μεταναστευτικές ροές, βία με την μουσική το μόνο όνειρο και δυστυχώς και κίνητρο για απομόνωση και σύγκρουση, με τους άπιστους. Μια τίμια προσέγγιση στον μεταλλικό ψυχισμό του 15 χρονου, που αλλάζει με τον δύσκολο τρόπο, σε μια ταινία που θα αρέσει στο γενικό κοινό που πηγαίνει σε δυο συναυλίες το χρόνο MAIDEN, METALLICA. Για όσους το heavy metal αποτελεί ακόμα κομμάτι της ζωής τους, αλλά όχι τρόπο ζωής γιατί δεν είναι άλλωστε, προτιμήστε το Heavy trip.

THE WIRE ταξίδι σην πραγματική Αμερική

THE WIRE ταξίδι σην πραγματική Αμερική 


Οι περισσότεροι από όσους διαβάζετε κείμενα μου από το 2000 και μετά, γνωρίζετε την αγάπη μου για τον Ελληνοαμερικανό συγγραφέα George Pelecanos. Χάρη σε αυτόν απέκτησα μια διαφορετική αισθητική για την έννοια του πολέμου των ναρκωτικών και τη ζωή στις Αμερικάνικες μεγαλουπόλεις, από όσα συνήθως είχα ως προσλαμβάνουσες παραστάσεις από τις Αμερικάνικες κινηματογραφικές παραγωγές, ακόμη και αν μπορούσαν ή προσπαθούσαν να είναι ρεαλιστικές.

Το φετινό Πάσχα (μεταχρονολογημένο εννοείται το κείμενο), το πέρασα καθηλωμένος στην παρακολούθηση της σειράς The wire, μιας σειρά που λαμβάνει χώρα στην Βαλτιμόρη. Με σεναριογράφο και παραγωγό τον ίδιο τον Πελεκάνο, ανάμεσα σε άλλους, έχει ως βασικό στοιχείο που στην αρχή σε αποτρέπει, αλλά σύντομα σε σαγηνεύει, τον ρεαλισμό. 

Η ζωή στις «γωνίες», των δρόμων, τα πόστα διακίνησης εξαρτησιογόνων ουσιών, με  διακινητές παιδιά του γυμνασίου και λυκείου ως επι το πλείστον, οι έμποροι, η αστυνομία, το φυλετικό μίσος, η εκκλησία και οι πολιτικοί, (Δήμαρχος, γερουσιαστές), μαζί με τα σωματεία των εργαζόμενων, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα. Ο Πελεκάνος, με κεντρικούς ήρωες, μια σειρά αστυνομικών, ντετέκτιβ , που δεν είναι απλά εξανθρωπισμένοι, αλλά φτάνουν στο άλλο άκρο, λόγω των προσωπικών δαιμόνων τους, να γίνονται ακόμα και αντι ήρωες και απεχθείς, παρουσιάζει μια μάχη. Μια συνεχής μάχη, οχι ανάμεσα στο καλό και στο κακό, τον νόμο και την τάξη, αλλά ανάμεσα στον άνθρωπο, που προσπαθεί να επιβιώσει και την αδυσώπητη πραγματικότητα. Αστυνομικοί, διεφθαρμένοι ή με αίσθηση του καθήκοντος, βαποράκια εγκλωβισμένα στον κόσμο της γωνίας και του εύκολου χρήματος αλλά και παιδιά που ξεφεύγουν, όταν μπορούν. Ιερείς που βοηθάνε γιατί το αισθάνονται και άλλοι που ασκούν το έργο τους απομονωμένοι στον άμβωνα. Πολιτικοί, που λαδώνονται ή εκβιάζουν για να λαδωθούν από όλους και πολιτικοί που αγωνίζονται να μην τους απορροφήσειτο σύστημα. Ισορροπίες που διαταράσσονται και χρώματα που σπάνια θα είναι λευκό ή μαύρο, αλλά με το γκρίζο του μολυβιού, να κυριαρχεί, μαζί με το σκούρο μπλε των αστυνομικών στολών και κοστουμιών σε αντίθεση με τα λευκά μπλουζάκια των παιδιών των συμμοριών.


Τί δουλειά έχουν όλα αυτά στο Μusic and Book Tales? ίσως την πιοσχετική από όλες.Πλέον στην εποχή του Netflix κ των συνδρομητικών καναλιών, η πολτική ορθότητα, έχει αρωματίσει την βρώμα των δρόων και ΄χει "εξευγενίσει" το περιθώριο,δίνοντας του το άλλοθι, του εθισμού,της ψυχικής νόσου και άλλα ωραία, όταν για πολλούς στην εποχή του Wire, είναι μονόδορμος ή απλά, στυγνά, κυνικά,ρεαλιστικά ο εύκολος δρόμος προς τον πλούτο ή την επιβίωση,αμοραλιστικά και ρεαλστικά.. Η υποκουλτούρα της μαύρης μουσικής των πόλεων, που από rap, εξελίχθηκε στο go go των κλαμπ, είναι παντού ,σε μια πόλη που ηπλειοψηφία της είναι έγχρωμοι. Όμως δεν είναι αυτό που τους ξεχωρίζει, ίσως είναι αυτό που ενώνει αλλά οδηγεί και στο θάνατο. Το ξεκαθάρισμα τωνΝΥρκέζων εμπόρων που έχουν κάνει κατάληψη/εισβολή στα πόστα τους,γίνεται με βάση μουσικές ερωτήσεις. Γιατί η κάθε μαύρη κοινότητα έχει την δική της μουσική κουλτούρα. Πόσο οικείο ακούγεται στους rockers και τους metalheads που ξεχωρίζουν τον «αδελφό» τους από τα ακούσματα.



Η κηδεία, η αγρύπνια μάλλον των νεκρών αστυνομικών ντετέκτιβ, γίνεται σε ένα Ιρλανδέζικο μπαρ, με κοινό τραγούδι, κέλτικης καταγωγής, στο οποίο συμμετέχουν όλοι οι συνάδελφοι, λευκοί, μαύροι, ασιάτες, στην κέλτικη μελωδία.’Ενα τραγούδι που κλείνει με έναν ύμνο στις Η.ΠΑ την χώρα της διαφυλετικής ελευθερίας, πειστικά δοσμένο , μέσα από αυτούς που την διαφυλάττουν με την ζωή τους, τους «κακούς» μπάτσους, που τους χρωστάνε υπερωρίες ετών και τους δίνουν ως αντάλλαγμα ,το δικαίωμα δεύτερης εργασίας στον ελεύθερο χρόνο τους.Οι λευκοί λιμενεργάτες του σωματείου, μεθάνε παρέα με τους μαύρους ακούγοντας τα μπλουζ των NIGHTHAWKS live, αλλά στα δωμάτια τους έχουν αφίσες οι νεότεροι των DISTURBED και των SHINEDOWN. Η μουσική είναι εκεί,οχι για να ενώσει ή να χωρίσει, αλλά για να δώσει το στίγμα της. Το ντύσιμο, είναι ακόμη μια ένδειξη της κουλτούρας της μουσικής, φαρδιά τζιν παντελόνια,κίτρινα Timberland μποτάκια μπλούζες από ομάδες μπάσκετ , φαρδιά μπουφάν. Όταν η κουλτούρα του δρόμου, γίνεται εξώφυλλο αλλά και το αντίστροφο. Αυτά όμως για τους μικρούς της κάθε ομάδας. Στα ανώτερα κλιμάκια, τα πάντα είναι προσεγμένα, σινιέ, δίχως επιγραφές, αλλά με λιτότητα, για εμπόρουςναρκωτικών ή αστυνομικούς διευθυντές.


Η μαγεία της σειράς είναι οτι αγγίζει ευαίσθητα θέματα όπως η παρακολούθηση των τηλεφώνων, τα προσωπικά δεδομένα, την χρήση και εμπορία εξαρτησιογόνων ουσιών, το θάνατο, μέσα από δολοφονικές ενέργειες, χωρίς να ηρωοποιεί ή να δαιμονοποιεί. Η δόξα της σύλληψης είναι στιγμιαία, γιατί υπάρχει το δικαστήριο που λανθασμένες κινήσεις ελευθερώνουν τον δράστη. έμπορος ναρκωτικών συνεισφέρει στα φτωχά παιδιά της γειτονιάς, ενώ ο γερουσιαστής «κλέβει» κανονικά τον έμπορο που αποφασίζει να μετακινηθεί σε πιο νόμιμες επιχειρήσεις. Η παρανομία, δεν έχει χώρο και χρώμα, ούτε κοινωνική τάξη. Το δικαίωμα του νόμου να επεμβαίνει υπέρ του ανίσχυρου, γκρεμίζεται από την γραφειοκρατία των υπηρεσιών. Σύμφωνα με το Αμερικάνικο μοντέλο, η ατομική πρωτοβουλία ( ο αντισυστεμικος ήρωας) ο Ιρλανδός, μέθυσος αλλά πανέξυπνος ντετέκτιβ Μακ Ναλι, δίνει τη λύση, αλλά στις ιστορίες του Πελεκάνου, ο έμπορος μπορεί να φυλακιστεί και ο αστυνομικός να βρεθεί με δυσμενή απόσπαση/μετάθεση, γιατί η ιεραρχία, ο σεβασμός στους κανόνες και την αλυσίδα της ιεραρχίας, πληρώνεται σε κάθε επίπεδο.


Σε μια από τις πιο ρεαλιστικές και καλογυρισμένες σειρές της Αμερικανικής τηλεόρασης μετά τις αλήστου μνήμης σειρές σαν το Hill street Blues των 80ς ,αναγνωρίζουμε την ραπ κουλτούρα, να δίνει πραγματικές διαστάσεις στον εαυτό της, σαν συνοδεία μιας κοινότητας, που έχει κάνει μονόδρομο το εύκολο χρήμα, μέσω των ναρκωτικών. Παρακολουθούμε την αστυνομία, να παραπαίει ανάμεσα στα νούμερα, τις στατιστικές που πρέπει να επιτύχει (συλλήψεις,κλήσεις κτλπ) τις πολιτικές ισορροπίες, την βαρεμάρα, την ευθυνοφοβία ,τον σεξισμό, την έλλειψη χρημάτων και πόρων γενικότερα, αλλά και τον επαγγελματισμό και την διάθεση κάποιων για να αλλάξουν καταστάσεις.


Με αυτή τη σειρά, πραγματικά προβληματίζεται κανείς για όσα συμβαίνουν πίσω από τα ωραιοποιημένα ρεπορτάζ, όσα δεν δείχνουν οι κάμερες, έναν κόσμο, που ηθελημένα αποκρύπτεται, γιατί δεν θέλει να αναδυθεί. Μια σειρά που βάζει ερωτήματα, για το δίκαιο του νόμου, την ανάγκη της καταστολής, τον ρατσισμό, τα «δικαιώματα» των εμπόρων ναρκωτικών, αλλά και που ξεκινά η αυθαιρεσία του Κράτους απέναντι στο οργανωμένο έγκλημα και που τελειώνουν τα δικαιώματα του εγκληματία. Πόσο υπάρχουν ακόμα ηθικοί κώδικες τιμής και για ποιόν αξίζει να τους τηρούμε.


Η Ελληνική παρουσία από τον τρίτο κύκλο της σειράς, με την «Ελληνική» ομάδα λαθρεμπόρων, εμπόρων ναρκωτικών, κλεπταποδόχων, μας κάνει υπερήφανους, γιατί ο Πελεκάνος διαιωνίζει την λέξη «μαλάκα», δια στόματος Ελλήνων της διασποράς και Πολωνών και μας ανεβάζει στα ανώτερα κλιμάκια της εγκληματικής ιεραρχίας, ως διακινητές μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών.


Το The wire είναι ένα έργο πολυεπίπεδο. Μια δυνατή αστυνομική ιστορία μ εθέμα τα ναρκωτικά, την πολιτική διαφθορά και την αποδόμηση της μοντέρναςΑμερικάνικης κοινωνίας,σε πρώτο επίπεδο. Μια ηθική σύγκρουση, με δυσδιάκριτα όρια, σε ένα δεύτερο επίπεδο. Οι έννοιες της καλοσύνης, της εκδίκησης, της λύτρωσης, της ταπεινότητας, της ευθύνης απέναντι στο νσυνάνθρωπο, στον σύντροφο, στην κοινωνία και στην οικογένεια, αλλοιώνονται μπροστά στην ορμή των γεγονότων, όταν το καλό και το κακό αποκτούν μιασχετικότητα, που εξοργίζει αλλά και αγγίζει με τον ρεαλισμό της. Δίνει βάρος στις διαπροσωπικές σχέσεις, θίγοντας θέματα, όπως η ομοφυλοφιλία και η αποδοχή της από την σύγχρονη κοινωνία, αλλά και η απιστία ως διέξοδος σε ανθρώπους, που το ίδιο το σύστημα συνθλίβει ψυχολογικά στα γρανάζια του κάθε μέρα αστυνομικοί). Τολμά να κοιτάξει μέσα στις οικογένειές των εμπόρων και των χρηστών, να σκαλίσει ιστορίες ,για την απόρριψη του χρήστη ,αλλά και τον εξαναγκασμό του νεαρού να γίνει βαποράκι, για να συνεχίσει τηνοικογενειακή παράδοση, με μια ματιά, τίμια, δίχως συναισθηματισμούς και ηθικολογίες. Παρακολουθεί τις διαφυλετικές σχέσεις, την κοινωνία των ανθρώπινων σκουπιδιών λευκών και μαύρων, εργαζόμενων και άνεργων, δίχως κριτική στάση. Ο ομοφυλόφιλος μαύρος Ομάρ, λειτουργεί ως ληστής εμπόρων ναρκωτικών, Ρομπέν των δασών αλλά και αποδιοπομπαίος τράγος για την μαύρη κοινότητα και τους σκληρούς της (λόγω των σεξουαλικών του επιλογών),όσο και ως πρότυπο για μικρά παιδιά, γιατί τολμά να μην δέχεται του ςφραγμούς που βάζουν ακόμα και οι ομοεθνείς του. Ο νεαρός βαρώνος των ναρκωτικών Μάρλο, επιδεικνύει σκληρότητα στους πάντες, από το πρεζόνι τουδρόμου, μέχρι τον αντίπαλο έμπορο και μας δείχνει το πρόσωπο της νέας εποχής, με την οποία θα κλείσει η σειρά. Μιας εποχής, που δεν υπάρχει ούτε η ελάχιστη ηθική ,ούτε ο παραμικρός κανόνας οχι μεταξύ Νόμου και παρανόμων αλλά και μεταξύ παρανόμων. Η μπέσα και ο σεβασμός θα αντικατασταθούν από το κυνήγι του χρήματος και της εξουσίας για τους εμπόρους, το κυνήγι τηςθέσης για τους πολιτικούς, με κάθε κόστος και συμμαχίες ακόμη και με τον διάβολο, εκεί που το χρώμα του δέρματος δεν παίζει πια κανένα ρόλο.


Το wire είναι μια πραγματεία, γύρω από τον τρόπο διοίκησης, στην Δυτική κοινωνία, με τον Μακιαβελισμό σε κάθε επίπεδο, τις ανίερες συμμαχίες, το αλισβερίσι της εξουσίας και την έκπτωση κάθε ηθικής αξίας ή την χρήση κάθε μέσου για να δικαιώσεις τον σκοπό. Θέτει θέματα, επίκαιρα, όπως την νομιμοποίηση των ναρκωτικών σε ελεγχόμενους χώρους, την αξία τηςπρόληψης αντί της καταστολής, την ανεπάρκεια της εκπαίδευσης, τους περιορισμούς της κοινωνικής μέριμνας, από το αδηφάγο τέρας του Δημοτικού στην περίπτωση μας προϋπολογισμού. Μα πάνω από όλα αποτελεί μια σειρά με έντονη κοινωνική οπτική αλλά και προσωπικά ερωτήματα που απευθύνει στον καθένα, παίζοντας με τους κεντρικούς ήρωες και την εναλλαγή τους από κακούς σε καλούς, δίχως διάκριση χρώματος ή θέσης, αστυνομικοί, έμποροι βαποράκια, κρατικοί υπάλληλοι, τα πάντα είναι σχετικά στην σχέση τους με την δικαιοσύνη και το καλό. Η αλλαγή ομάδας αποφασίζεται με διαφορετικά κίνητρα, αλλά τελικά ο καθένας μας θα αναρωτηθεί, ποιά είναι η ηθική γραμμή που ξεχωρίζει τον ευσυνείδητο πολίτη από τον εγκληματία, ασχέτως εικόνας.


Μια σειρά που αξίζει να δείτε, αν δεν έχετε δει ακόμη και να σκεφτείτε, γιατί δενείναι ακόμα ένα αστυνομικό σίριαλ, με πολύ βία και έγκλημα, αλλά μια ανατομίατης μοντέρνας Αμερικανικής μεγαλούπολης, και πλέον αρκετών Δυτικών,


Phil Vincent -"Backstabber"

  Another work from prolific guitarist/Vocalsit Phil Vincent, a more concept in the loose sense of term album, with treason being the main i...